Η ιδέα της εξέλιξης των ειδών μπορεί ήδη να βρεθεί από την αρχαιότητα στα κείμενα των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων όπως τον Αναξίμανδρο και τον Εμπεδοκλή. Παρόλα αυτά, για ένα μεγάλο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας, οι οργανισμοί (καθώς και γενικότερα ο κόσμος γύρω μας) θεωρούνταν αμετάβλητα στο χρόνο, αντίληψη που έχει τις ρίζες της στη φιλοσοφία του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, η επιρροή των οποίων υπήρξε πολύ μεγάλη. Η κοσμοθεωρία αυτή άρχισε να ανατρέπεται κατά το 18ο αιώνα (και στις αρχές του 19ου αιώνα) στη Γαλλία από τον Georges-Louis Leclerc de Buffon και τον Jean-Baptiste Lamarck και στην Αγγλία από τον Erasmus Darwin, παππού του Κάρολου Δαρβίνου (Charles Darwin). Στα μέσα του 19ου αιώνα ο Charles Darwin, έχοντας συλλέξει πλήθος δεδομένων από το ερευνητικό ταξίδι του με το πλοίο HMS Beagle σε διάφορα μέρη του κόσμου και έχοντας επηρεαστεί από το έργο σημαντικών ερευνητών όπως τον οικονομολόγο Thomas Malthus, το γεωλόγο Charles Lyell και το συγκριτικό ανατόμο Georges Cuvier, υποστήριξε με επιτυχία την εξέλιξη των ειδών προτείνοντας έναν πολύ ικανοποιητικό μηχανισμό που εξηγούσε τη διαδικασία αυτή, τη θεωρία της φυσικής επιλογής. Σταδιακά, η εξέλιξη των ειδών άρχισε να κερδίζει έδαφος έναντι των θεωριών που υποστήριζαν την αμεταβλητότητα του κόσμου φτάνοντας να θεωρείται αδιαμφησβήτητη από τους επιστήμονες. Δεν ίσχυε όμως το ίδιο και για τη θεωρία της φυσικής επιλογής η οποία συνάντησε αρκετές δυσκολίες. Και αυτό γιατί μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα είχαν αναπτυχθεί πολλές εναλλακτικές θεωρίες που επιχειρούσαν να εξηγήσουν την εξέλιξη με αποτέλεσμα να υπήρχε σύγχυση για το ποια από αυτές είναι η σωστότερη. Η οριστική επιβεβαίωση της θεωρίας της φυσικής επιλογής έγινε το 1950 και ήταν αποτέλεσμα συλλογικής προσπάθειας διαφόρων επιστημόνων με πρωτοπόρο το γενετιστή Theodosius Dobzhansky. Τότε προστέθηκαν στη θεωρία της φυσικής επιλογής και στοιχεία γενετικής και οι υποστηρικτές της νέας αυτής αντίληψης ονομάστηκαν νέο-δαρβινιστές (κατ’ αναλογία με τους υποστηρικτές της θεωρίας της φυσικής επιλογής του Δαρβίνου που λεγόντουσαν δαρβινιστές).
Η επιρροή τόσο του δαρβινισμού όσο και αργότερα του νέο-δαρβινισμού στην κοινωνία ήταν μεγάλη. Αρχικά κατάφεραν να εξηγήσουν πολλά δεδομένα σε διάφορους κλάδους της Βιολογίας οδηγώντας και στην ανάπτυξη νέων κλάδων. Επίσης εισχώρησαν σε πολλούς τομείς πέραν της Βιολογίας ενώ χρησιμοποιήθηκαν ακόμα και ως πολιτικά εργαλεία. Τέλος, δεν βρήκαν αποδοχή από όλους και έτσι απέκτησαν και πολλούς εχθρούς με κύριους ανταγωνιστές τους τους υποστηρικτές φονταμενταλιστικών θεωριών που θεώρησαν πως ο δαρβινισμός (και γενικότερα η ιδέα της εξέλιξης των ειδών) αποτελεί μια κατά μέτωπο επίθεση στη θρησκεία και το λόγο του Θεού. Έτσι, ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα αναπτύχθηκε στις Η.Π.Α. ένα αντι-εξελικτικό κίνημα που στόχευε στην «προστασία των νέων από επικίνδυνες απόψεις όπως η εξέλιξη». Το κίνημα αυτό κορυφώθηκε με τη δίκη του νεαρού δασκάλου επιστημών John Scopes ο οποίος κατηγορήθηκε πως αποπειράθηκε να διδάξει την εξέλιξη σε σχολείο του Tennessee. Μετά τη δίκη αυτή ακολούθησε μια περίοδος όπου η εξέλιξη δεν διδασκόταν καθόλου στα σχολεία. Το ζήτημα περί διδασκαλίας ή όχι της εξέλιξης στα σχολεία απασχολούσε μονίμως τις Η.Π.Α. για όλο τον 20ο αιώνα και κάθε φορά που η διδασκαλία της εξέλιξης φαινόταν να κερδίζει έδαφος οι αντίπαλοι της έβρισκαν τρόπους να την εμποδίζουν. Οι αντιεξελικτικές απόψεις διαδόθηκαν εν τέλει και εκτός Η.Π.Α. με αποτέλεσμα η διδασκαλία της εξέλιξης στα σχολεία να εμφανίζει αρκετά προβλήματα σε διάφορες χώρες.
Σήμερα το ζήτημα της διδασκαλίας ή όχι της εξέλιξης στα σχολεία συνεχίζει να βρίσκεται στο προσκήνιο και πολλοί άνθρωποι απορρίπτουν την εξέλιξη ή (ακόμα και αν τη δέχονται) εμφανίζουν σημαντικά προβλήματα στην κατανόηση της. Εμπόδια στην κατανόηση της εξέλιξης αποτελούν τόσο ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι διαισθητικά αντιλαμβάνονται τον κόσμο όσο και άλλοι παράγοντες όπως o βαθμός θρησκευτικής πίστης (θρησκευτικότητα) του κάθε ανθρώπου, η επιστημονική κατάρτιση των εκπαιδευτικών και ο τρόπος διδασκαλίας της. Ωστόσο αποτελεί δεδομένο πως η εξέλιξη των ειδών συνιστά μια πολύ σημαντική και καλά τεκμηριωμένη επιστημονική θεωρία, απαραίτητη προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος του επιστημονικού γραμματισμού για τους μαθητές. Για αυτό και σε όλο τον κόσμο, και ειδικά στην Ελλάδα, η διδασκαλία της εξέλιξης στα σχολεία θα πρέπει να αναβαθμιστεί και να γίνει αποτελεσματικότερη. Αλλαγές που θα μπορούσαν να συνεισφέρουν σε αυτό είναι α) η εισαγωγή του μαθήματος της εξέλιξης στην εκπαίδευση όσο πιο νωρίς γίνεται, β) η αναδιάρθρωση της σχολικής ύλης ώστε να δίνεται περισσότερος χώρος στην εξέλιξη στα σχολικά βιβλία και περισσότερος χρόνος στους εκπαιδευτικούς για να μιλήσουν για αυτή, γ) καλύτερη κατάρτιση των εκπαιδευτικών στο κομμάτι της διδασκαλίας της εξέλιξης και δ) σεβασμός στα θρησκευτικά πιστεύω του κάθε μαθητή.
The idea of the evolution of species can already be found from antiquity in the texts of ancient Greek philosophers such as Anaximander and Empedocles. Nevertheless, for a large part of human history, organisms (as well as the world around us) were considered unchanged over time, a concept that has its roots in the philosophy of Plato and Aristotle, whose influence was huge. This worldview began to be overturned in the 18th century (and early 19th century) in France by Georges-Louis Leclerc de Buffon and Jean-Baptiste Lamarck and in England by Erasmus Darwin, grandfather of Charles Darwin. In the mid-19th century Charles Darwin, having collected plenty of data from his research voyage on the HMS Beagle around the world and also having been influenced by the work of important researchers such as the economist Thomas Malthus, the geologist Charles Lyell and the comparative anatomist Georges Cuvier, successfully supported the evolution of species by proposing a convincing mechanism that explained this process, the theory of natural selection. From then on, evolution began to gain popularity against theories that supported a static cosmos and eventually became well accepted by scientists. But the same can’t be said for the theory of natural selection, which encountered many difficulties. This was because by the mid-20th century many alternative theories had been proposed to explain evolution and there was confusion as to which of them was the most accurate. The confirmation of the theory of natural selection took place in 1950 and was the result of a collective effort of various scientists led by the geneticist Theodosius Dobzhansky. Meanwhile, data from Genetics were added to the theory of natural selection, and the proponents of this new concept were called neo-Darwinists (similar to the proponents of Darwin's theory of natural selection called Darwinists).
The influence of both Darwinism and neo-Darwinism on society was great. Initially they managed to explain a lot of data in various branches of Biology leading to the development of new branches. They also penetrated into many fields beyond Biology and were even used as political tools. Finally, they were not accepted by all and thus made many enemies with their main rivals being the proponents of fundamentalist theories who considered Darwinism (and the idea of the evolution of species in general) to be a direct attack on religion and the word of God. Thus, as early as the beginning of the 20th century, it was developed in the USA an anti-evolutionary movement aimed at "protecting young people from dangerous theories such as evolution". The movement culminated in the trial of young science teacher John Scopes, who was accused of trying to teach evolution at a Tennessee school. This trial was followed by a period when evolution was not taught at all in schools. The question of whether or not to teach evolution in schools has been a constant issue in the USA for the whole of the 20th century and each time the teaching of evolution seemed to purvey its opponents found ways to hinder it. Anti-evolutionary views eventually spread outside the USA and as a result the teaching of evolution in schools pose several problems in a lot of countries.
Today the question of teaching evolution in schools or not continues to be at the forefront and many people reject evolution or (even if they accept it) show significant problems in understanding it. The obstacles to understanding evolution are many such as the way people intuitively perceive the world, the degree of religious faith (religiosity) of each person, the scientific training of teachers and the way it is taught. However, it is certain that the evolution of species is a very important and well-documented scientific theory, necessary in order to achieve scientific literacy for students. That is why all over the world, and especially in Greece, the teaching of evolution in schools should be upgraded and made much more effective. Changes that could contribute to this are a) introducing evolutionary courses in education as early as possible, b) restructuring the curriculum to give more space to evolution in textbooks and more time to teachers to talk about it, c) better training of teachers in the part of teaching evolution and d) respect for the religious beliefs of each student.