There is an agreement among scholars of organizational literature that the long-term success and survival of any business or enterprise depends on its ability to operate as a learning organization. Schools today are required to learn faster than ever before and teachers are called upon to become knowledge workers, in order to deal effectively with the growing pressure of a rapidly changing environment. Although the concept of the school as a learning organization has inspired a growing body of scholars, educators and policy makers all over the world for around 25 years, in Greece relatively little progress has been made in studying which leadership practices facilitate the transformation of Greek schools into learning organizations, as well as in examining the influence of schools that learn on teachers’ well-being and work effectiveness, but mainly on students’ outcomes. The research objective of the present PhD dissertation was to examine which educational leadership practices enhance the development of Greek primary schools as learning organizations and in what ways organizational learning in schools influences teachers’ well-being and their work effectiveness as well as students’ well-being, taking into consideration students’ home educational environment, socio-economic status and school profile. The present study gave priority to the quantitative approach, collecting numeric data from a large number of people in order to measure and explain the degree of relationship among several variables. The data collection period was divided in three phases. During Phase A’, the researcher studied the operation of the school as a learning organization, through the perceptions of 2,228 school staff members working in 418 primary schools throughout Greece. In Phase B’ the researcher studied the perceptions of 94 teachers working in 9 schools (selected on the basis of their operation as SLO), on the leadership practices adopted in the school in which they work, as well as their self-efficacy and job satisfaction feelings. Whereas, in Phase C’ the researcher examined the perceptions of 364 students’ (10/11-year-old), attending lessons in the 9 selected schools, on their socioeconomic status, home educational environment, school profile, teachers’ work effectiveness and student well-being (participation, academic self-concept and engagement with school). The findings showed that the SLO scale, in the Greek context, consisted of six dimensions and 65 items that loaded on these dimensions. The scores on the SLO dimensions for the Greek schools were lower than those in Wales. However, they are encouraging, for Greece’s educational future, if compared to the findings of similar studies conducted in primary schools in other contexts. Nonetheless, even though the SLO findings are encouraging, it is worth mentioning that only 1.4% of the schools in the sample have strongly put all six SLO dimensions into practice. Findings showed that the combination of the three leadership practices –transformational, distributed and instructional - explain a higher percentage of SLO variance than each leadership practice separately. Additionally, the individual multiple regression analyses that were conducted in the present study reveal positive associations among: 1) SLO, teachers’ self-efficacy and work effectiveness, 2) SLO and teachers’ job satisfaction and work effectiveness, 3) teacher self-efficacy and job satisfaction, 4) teacher job satisfaction and work effectiveness, 5) SLO and student well-being, 6) teacher self-efficacy and student well-being, 7) teacher work effectiveness and student well-being. Moreover, the simultaneous estimation of the causal relationships, according to our research model, was facilitated through a Structural Equation Model, the Partial Least Squares Path Modeling (PLS-PM). This analysis showed that the school as learning organization (SLO) is mostly impacted by distributed leadership and transformational leadership. SLO is having the highest degree of impact on teachers’ self-efficacy. Teachers’ job satisfaction is mainly influenced by teachers’ self-efficacy and SLO. ). Teachers’ work effectiveness is mostly affected by teachers’ self-efficacy and SLO. ). Finally, SLO is having the highest value of impact on students’ well-being, followed by teachers’ self-efficacy. The statistical analyses findings showed that organizational learning constitutes a critical component toward school effectiveness. If the educational reforms that have already taken place in the Greek context, after the severe socio-economic crisis that this country has been through, will be accompanied by a more systematic and strategic education plan toward the development of a continuous learning culture in Greek schools, then there is a realistic chance that more Greek schools could be transformed into strong learning organizations. Specifically, more school autonomy, flexibility and devolution of decision - closely linked to accountability/self-evaluation that takes into consideration the six SLO dimensions, school staff involvement in school self-evaluation (SSE), defining and building teacher and school principal capacity, sharing of examples of contemporary learning systems, partnerships of schools and networks and engagement with teacher networks, as well as school-based and collaborative forms of in-service training constitute all necessary components of a SLO model appropriate for the Greek primary schools.
Η μακρόχρονη επιτυχία και επιβίωση κάθε επιχείρησης ή οργανισμού βασίζεται στην ικανότητά του να λειτουργεί ως οργανισμός μάθησης. Σήμερα, τα σχολεία καλούνται να μαθαίνουν γρηγορότερα από κάθε άλλη φορά ενώ οι εκπαιδευτικοί καλούνται να γίνουν εργάτες της γνώσης, ώστε να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την αυξανόμενη πίεση του μεταβαλλόμενου περιβάλλοντος. Παρόλο που η έννοια του «σχολείου ως οργανισμού μάθησης» έχει εμπνεύσει πολλούς ερευνητές, εκπαιδευτές και διαμορφωτές εκπαιδευτικής πολιτικής σε όλο τον κόσμο εδώ και 25 χρόνια περίπου, στην Ελλάδα παρατηρείται σχετική μικρή πρόοδος στη μελέτη των ηγετικών πρακτικών που διευκολύνουν το μετασχηματισμό των ελληνικών σχολείων σε οργανισμούς μάθησης, καθώς και στην έρευνα της επιρροής των σχολείων που "μαθαίνουν" στην ευημερία των εκπαιδευτικών και την αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού τους έργου, αλλά κυρίως στα αποτελέσματα των μαθητών. Ο σκοπός της έρευνας της παρούσας διδακτορικής διατριβής ήταν να εξετάσει ποιες εκπαιδευτικές ηγετικές πρακτικές ενισχύουν την ανάπτυξη των ελληνικών σχολείων πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης σε οργανισμούς μάθησης και με ποιους τρόπους η οργανωσιακή μάθηση στα σχολεία επηρεάζει την ευημερία των εκπαιδευτικών και την αποτελεσματικότητα του έργου τους καθώς και την ευημερία των μαθητών, λαμβάνοντας υπόψη το εκπαιδευτικό περιβάλλον στο σπίτι του κάθε μαθητή, το κοινωνικο-οικονομικό τους επίπεδο και το προφίλ του σχολείου. Η παρούσα έρευνα βασίστηκε στην ποσοτική προσέγγιση, συλλέγοντας αριθμητικά δεδομένα από έναν μεγάλο αριθμό ανθρώπων προκειμένου να μετρήσουμε και να εξηγήσουμε το βαθμό της σχέσης μεταξύ των διαφόρων μεταβλητών. Η συλλογή των δεδομένων πραγματοποιήθηκε σε τρεις φάσεις. Στην Α’ φάση μελετήθηκε η λειτουργία του σχολείου ως οργανισμού μάθησης, μέσα από τις αντιλήψεις 2.228 μελών εκπαιδευτικού προσωπικού που εργάζονται σε 418 σχολεία πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης σε όλη την Ελλάδα. Στη Β’ φάση εξετάστηκαν οι αντιλήψεις 94 εκπαιδευτικών που εργάζονται σε 9 σχολεία (τα οποία επιλέχθηκαν με κριτήριο το βαθμό λειτουργίας τους ως οργανισμοί μάθησης) για τις ηγετικές πρακτικές που υιοθετούνται στο σχολείο στο οποίο εργάζονται, καθώς και το συναίσθημα αυτεπάρκειας και εργασιακής ικανοποίησης που έχουν. Ενώ στη Γ’ φάση μελετήθηκαν οι αντιλήψεις 364 μαθητών (10/11 ετών), που φοιτούν στα 9 επιλεγμένα σχολεία, για την αποτελεσματικότητα του έργου των εκπαιδευτικών και την ευημερία των ίδιων των μαθητών (συμμετοχή, ακαδημαϊκή αυτοαντίληψη και προσαρμογή στο σχολικό περιβάλλον). Τα ευρήματα έδειξαν ότι η κλίμακα του «σχολείου ως οργανισμού μάθησης» (SLO survey), στο ελληνικό πλαίσιο, αποτελείται από 6 διαστάσεις και 65 στοιχεία. Οι τιμές για τις διαστάσεις του σχολείου ως οργανισμού μάθησης, για τα ελληνικά σχολεία, είναι ενθαρρυντικές για το εκπαιδευτικό μέλλον στην Ελλάδα, συγκριτικά με τα ευρήματα παρόμοιων ερευνών που διεξήχθησαν σε σχολεία πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης σε άλλες χώρες. Ωστόσο, είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι μόνο το 1,4% των σχολείων του δείγματος υιοθετούν και τις έξι διαστάσεις του οργανισμού μάθησης σε ισχυρό βαθμό. Επιπλέον, τα ευρήματα έδειξαν ότι ο συνδυασμός τριών ηγετικών πρακτικών – μετασχηματιστική, διαμοιρασμένη και διδακτική – εξηγούν μεγαλύτερο ποσοστό της διακύμανσης του σχολείου που «μαθαίνει» από ότι κάθε ηγετική πρακτική μεμονωμένα. Επιπρόσθετα, οι αναλύσεις πολλαπλής ιεραρχικής παλινδρόμησης που πραγματοποιήθηκαν στην παρούσα έρευνα αναδεικνύουν τις θετικές σχέσεις μεταξύ: 1) του σχολείου που «μαθαίνει», της αυτεπάρκειας και της αποτελεσματικότητας του έργου των εκπαιδευτικών, 2) του σχολείου που «μαθαίνει», της εργασιακής ικανοποίησης και της αποτελεσματικότητας του έργου των εκπαιδευτικών, 3) της αυτεπάρκειας και της εργασιακής ικανοποίησης των εκπαιδευτικών , 4) της εργασιακής ικανοποίησης και της αποτελεσματικότητας τους, 5) του σχολείου που «μαθαίνει και της ευημερίας των μαθητών, 6) της αυτεπάρκειας των εκπαιδευτικών με την ευημερία των μαθητών, καθώς και 7) της αποτελεσματικότητας του εκπαιδευτικού έργου με την ευημερία των μαθητών. Η ταυτόχρονη εκτίμηση των αιτιωδών σχέσεων μεταξύ των μεταβλητών, πραγματοποιήθηκε με του Μοντέλου Δομικών Εξισώσεων (Partial Least Squares Path Modeling, PLS-PM). Αυτή η ανάλυση έδειξε ότι το σχολείο ως οργανισμός μάθησης επηρεάζεται θετικά περισσότερο από τη διαμοιρασμένη και τη μετασχηματιστική ηγεσία. Το σχολείο που «μαθαίνει» επηρεάζει περισσότερο από τις υπόλοιπες μεταβλητές την αυτεπάρκεια των εκπαιδευτικών. Η εργασιακή ικανοποίηση και η αποτελεσματικότητα του έργου των εκπαιδευτικών επηρεάζονται κυρίως από την αυτεπάρκεια που οι ίδιοι αισθάνονται αλλά και από το βαθμό στον οποίο το σχολείο στο οποίο εργάζονται λειτουργεί ως οργανισμός μάθησης. Τέλος, το σχολείο που «μαθαίνει» έχει το μεγαλύτερο βαθμό επίδρασης στην ευημερία των μαθητών, ακολουθούμενο από την αυτεπάρκεια των εκπαιδευτικών. Επιπλέον, τα ευρήματα των στατιστικών αναλύσεων έδειξαν ότι η οργανωσιακή μάθηση συνιστά ένα κρίσιμο συστατικό για την σχολική αποτελεσματικότητα. Εάν οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις που ήδη έχουν λάβει χώρα στο ελληνικό πλαίσιο - μετά από τη σοβαρή κοινωνικο-οικονομική κρίση από την οποία πέρασε αυτή η χώρα – συνδυαστούν με ένα πιο συστηματικό και στρατηγικό σχεδιασμό για την ανάπτυξη συνεχούς μαθησιακής κουλτούρας στα ελληνικά σχολεία, τότε είναι πραγματικά δυνατόν περισσότερα ελληνικά σχολεία να μετασχηματιστούν σε ισχυρούς οργανισμούς μάθησης. Συγκεκριμένα, η αυξημένη σχολική αυτονομία, η ευελιξία και αποκέντρωση στη λήψη αποφάσεων, σε συνδυασμό με τη λογοδοσία/αυτοαξιολόγηση που εστιάζει στις έξι διαστάσεις του σχολείου ως οργανισμού μάθησης, η συμμετοχή των μελών του εκπαιδευτικού προσωπικού στην αυτό-αξιολόγηση της σχολικής μονάδας, ο προσδιορισμός και η καλλιέργεια ενός πλαισίου δεξιοτήτων για εκπαιδευτικούς και διευθυντές σχολείων, ο διαμοιρασμός παραδειγμάτων σύγχρονων εκπαιδευτικών συστημάτων, οι συνεργασίες σχολείων και η εξοικείωση με εκπαιδευτικά δίκτυα, καθώς και οι συνεργατικές μορφές ενδοσχολικής επιμόρφωσης σε σχολικό επίπεδο συνιστούν συστατικά του κατάλληλου μοντέλου για το μετασχηματισμό των σχολείων πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα σε ισχυρούς οργανισμούς μάθησης.