Μπάλτα, Αθανασία | Πρόντζας, Ευάγγελος | Ψαλιδόπουλος, Μιχαήλ | Μήλιος, Ιωάννης | Ασημακόπουλος, Μιχαήλ | Καλογήρου, Γεώργιος
Λαύριο | Λαυρεωτική | Μεταλλευτική βιομηχανία | Πρώτες ύλες | Κεφάλαιο | Εργατικό δυναμικό | Νέες τεχνολογίες | Βιομηχανία και άνθρωποι | Ανάπτυξη επιχειρήσεων | Εκκαθάριση επιχειρήσεων
humanities
646 σ., εικ., πιν., ευρετ.
Η επιλογή του συγκεκριμένου θέματος αποτέλεσε το έναυσμα για να διερευνηθεί η σχέση μεταξύ της βιομηχανίας ως κεντρικής αναπτυξιακής διαδικασίας, ειδικότερα της μεταλλευτικής βιομηχανίας, καθώς και άλλων μορφών βιομηχανίας στην περιοχή της Λαυρεωτικής.. Επιλέχθηκε η περιοχή της Λαυρεωτικής και των επιχειρήσεών της, διότι αποτέλεσε από αρχαιοτάτων χρόνων και εξακολουθεί να αποτελεί πεδίο παραγωγικής δραστηριότητας αλλά και πρόκληση για τον ερευνητή. Σε αυτήν εντοπίσθηκαν σχέσεις μεταξύ βιομηχανίας και χρηματιστηρίου που διαμόρφωσαν επίσης τις βάσεις για την οργάνωση ομάδων με συγκεκριμένα συμφέροντα και εθιμικό πλαίσιο.
Τα στοιχεία της οργάνωσης των ομάδων με συγκεκριμένα συμφέροντα και εθιμικό πλαίσιο είχαν μια ιδιαίτερη βαρύτητα για την Ελλάδα και ειδικότερα για τη Λαυρεωτική διότι
Ι] Η έρευνα αναλύει καταρχάς τα χαρακτηριστικά μιας αμιγώς βιομηχανικής πόλης [company town] καθώς και εκείνα της πολιτικής των επιχειρήσεων και τις διασυνδέσεις τους.
II] Το Λαύριο συνδέθηκε με τη γενικότερη πολιτική και οικονομική κατάσταση της χώρας και λόγω της συγκυρίας αλλά και λόγω δομικής λειτουργίας στο ευρωπαϊκό και ελληνικό παραγωγικό περιβάλλον.
ΙΙI] Μέσα από την πορεία των επιχειρήσεων που άκμασαν εκεί ανιχνεύονται οι παράγοντες που οδήγησαν στο Λαυρεωτικό ζήτημα, το οποίο είχε ευρύτερες κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες σε εθνικό και σε τοπικό επίπεδο
ΙV] Αναζητά τις παραμέτρους εξέλιξης του Λαυρίου στο κέντρο των μεταλλευτικών και μεταλλουργικών επιχειρήσεων με ανάλογη τεχνολογία η οποία αναμενόταν να έχει αντίστοιχα παραγωγικά αποτελέσματα.
V] Επιχειρεί να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους οι επιχειρήσεις μεταλλευτικές και μη που πέρασαν από την περιοχή δεν κατάφεραν να προσαρμοσθούν στις γενικότερες επιταγές της κάθε περιόδου με αποτέλεσμα να παύσουν να λειτουργούν με όποιες συνέπειες αυτό είχε και έχει κυρίως για την περιοχή.
Στην παρούσα μελέτη διερευνάται ακόμη κατά πόσο το Λαύριο υπήρξε πράγματι ‘’company town’’ με τις μεταλλευτικές του και άλλες βιομηχανίες και ποιος ήταν ο ρόλος της εργοδοσίας με την πολιτική της αυτή. Σύμφωνα με τον ορισμό της ‘’company town’’, η συγκεκριμένη κωμόπολη του Λαυρίου μέχρι το 1900, όπως και άλλες ‘’company towns ‘’ που περιγράφονται σε διάφορα συγγράμματα, περιείχε κτίρια, είτε κατοικίας είτε εμπορικά, ή άλλες διευκολύνσεις, π.χ. ξενοδοχεία, μικρές επιχειρήσεις όπως παντοπωλεία, ιχθυοπωλεία και άλλες αναγκαίες δραστηριότητες, ενώ ο περίγυρός της κατεχόταν από μια ή περισσότερες επιχειρήσεις ενός τομέα, όπως του μεταλλευτικού, που στην προκειμένη περίπτωση αποτελούσε και την κύρια δραστηριότητα της πόλης. Για την ανάδυση όμως της ‘’company town’’ του Λαυρίου στα μέσα του 19ου αιώνα είχε επιδράσει και άλλη συγκυρία όπως αυτή του Αμερικάνικου ονείρου με τη χρυσοθηρία και τη μεταλλευτική δραστηριότητα και η ύπαρξη παρόμοιων δραστηριοτήτων σε άλλες πόλεις της Ευρώπης. Επομένως η ανάδειξη του Λαυρίου σαν μεταλλευτική πόλη τη συγκεκριμένη περίοδο δεν πρέπει να ήταν τελικά τυχαία. Το δεδομένο όμως ήταν ότι υπήρχε προϊστορία για τη συγκεκριμένη περιοχή και έδαφος για περαιτέρω καλλιέργεια. Άρα υπήρχαν οι προϋποθέσεις για την ανάδειξή του ως ’’ Company town’’.
O όρος ‘’company town’’ χρησιμοποιείται τόσο στις Η.Π.Α όσο και στην Αγγλία για να δηλώσει την παρουσία μιας μικρής ή μεγάλης πόλης, όπου η λειτουργία μιας επιχείρησης ή ενός τομέα κυριαρχεί, αφού ευθύνεται για την επιβίωση και αναδεικνύεται σε μεγάλο εργοδότη της περιοχής. Μέχρι το 1900 η ‘’Company town’’ του Λαυρίου παρουσίασε συγκριτικά τα ίδια χαρακτηριστικά όπως και άλλες μεταλλευτικές πόλεις, π.χ. στις Η.Π.Α [Pullman, Ohio, Chicago, Mc Donald, Ohio Woolands, Texas-Bay-Lake-Lake Buena Vista //1880’s//, κοντά στο Ορλάντο και στη Florida στο Reedy Creek] Δηλαδή εξυπηρετούσε τις ανάγκες των εργαζομένων ως τόπος που είχε σχεδιαστεί και κατασκευασθεί για τις ανάγκες των μεταλλευτικών επιχειρήσεων. Αργότερα, όταν οι μεταλλευτικές επιχειρήσεις συγχωνεύτηκαν σε μία, με τις συνενώσεις και τις πτωχεύσεις κάποιων από αυτές η ‘’company town ‘’του Λαυρίου διατήρησε τα διαφορετικά χαρακτηριστικά της από κάθε άλλη γειτονική πόλη και παρέμεινε ‘’company town ‘’ όπως άλλες Αγγλικές ή Αμερικανικές. Ο προσανατολισμός της οικονομίας της πόλης αλλά και της ζωή της είχαν ως στόχο, ο καρπός των εργαζομένων να καταλήγει στους ιδιοκτήτες των επιχειρήσεων, όπως θα φανεί και από σχετικά στοιχεία στο β’ μέρος της εργασίας όπου εξετάζονται τα περιουσιακά στοιχεία των εργαζομένων στις περιόδους 1865-1900 και 1900-1950.
H μελέτη ξεκινά με την παραδοχή ότι το Λαύριο υπήρξε μια ‘’company town’’. Για την εξέταση της ‘’company town’’ του Λαυρίου οι επιδράσεις ήταν πολλές. Διερευνήθηκε ο ρόλος της Ευρωπαϊκής βιομηχανίας και πώς συντέλεσαν οι Ευρωπαίοι τεχνικοί στην εξέλιξη κυρίως της μεταλλευτικής βιομηχανίας που αποτελούσε και τον κυρίαρχο παράγοντα ανάπτυξης της πόλης.
Ανατέμνεται επίσης ο ρόλος του κράτους στην ανάπτυξη της μεταλλευτικής βιομηχανίας, ο ρόλος των εργαζομένων που προέρχονταν από το εξωτερικό και εκείνων του εσωτερικού που έπρεπε να ενταχθούν στο εργατικό δυναμικό καθώς και ο ρόλος των μεταλλευτικών και άλλων επιχειρήσεων στην εξέλιξη των άλλων δύο παραγόντων [εργαζόμενοι, κράτος] λόγω των διασυνδέσεων των επιχειρήσεων με άλλους φορείς. .
Η ανάλυση των παραπάνω ζητημάτων υπαγόρευσαν τη διατύπωση ορισμένων υποθέσεων εργασίας. Η ανάλυση συμπορεύεται με την ιστορία της Ελλάδας και με την τοπική ιστορία, αλλά και με την Ευρωπαϊκή βιομηχανική ιστορία, καθώς και με την κοινωνιολογία. Βασικές υποθέσεις που ‘’καθοδήγησαν’’ τη μελέτη είναι ¨¨
α. Εάν μια γεωργική χώρα όπως η Ελλάδα μπορούσε να ενσωματώσει τη νεοδημιουργούμενη βιομηχανία, ιδιαίτερα τη μεταλλευτική βιομηχανία, να αξιοποιήσει τις πρώτες ύλες ,τα κεφάλαια, το εργατικό δυναμικό, τις νέες τεχνολογίες και να διαμορφώσει κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο.
β. Η μεταλλευτική βιομηχανία θα μπορούσε να αναπτυχθεί αλλά και να δημιουργήσει προϋποθέσεις για ευρύτερη ανάπτυξη της χώρας? Σε ποιο βαθμό η ανάπτυξη μπορούσε να γίνει με βάση το ξένο κεφάλαιο [ομογενειακό ή και παροικιακό αλλά και Ευρωπαϊκό ] ιδιαίτερα για την περιοχή της Λαυρεωτικής ή με παρέμβαση μόνον του Ελληνικού κράτους ? Θα μπορούσε να οδηγήσει σε διάχυση της τεχνογνωσίας, νέων προϊόντων, σε εξειδίκευση και καινοτομίες? Ποιοι θα ήταν οι φορείς της διαδικασίας, οι ιδιώτες ή το κράτος ?
γ. Πώς λειτούργησε το Λαύριο ως ‘’company town’’ δεχόμενη διάφορους πληθυσμούς που προσέρχονταν? Ποιοι επωφελήθηκαν ? ¨¨η βιομηχανία η οι άνθρωποι?
δ. Οι βιομηχανίες που εγκαταστάθηκαν στη περιοχή της Λαυρεωτικής μαζί με τους πληθυσμούς που ενσωμάτωσαν προώθησαν ή απέτρεψαν την εν γένει ανάπτυξη? Η λειτουργία των συγκεκριμένων επιχειρήσεων υπήρξε περιστασιακή και ευκαιριακή ή μόνιμη? Ποια στρατηγική αναπτύχθηκε? Ποιοι λόγοι οδήγησαν σε διαδικασία εκκαθάρισης πολλές επιχειρήσεις ?
Η δράση των φορέων της ανάπτυξης υπήρξε διαφορετική.
Το κράτος, κυρίαρχος εταίρος καλείτο να συγκροτήσει θεσμικό πλαίσιο ικανό να ρυθμίζει τις τάσεις των επιχειρηματιών.
Δύο τάσεις σχετίζονταν με την εκμετάλλευση του υπόγειου πλούτου. Η μία σχετιζόταν με την εκμετάλλευση του λεγόμενου ‘’αμύθητου πλούτου’’ της περιοχής από το κράτος και η άλλη με την εκμετάλλευσή του από ιδιώτες. Η σύγκρουση δεν άργησε να έλθει, όταν επεχείρησε να αναμετρηθεί ο Κορδέλλας [υποστηρικτής της πρώτης άποψης –δηλαδή της εκμετάλλευσης από το κράτος] με τον Σερπιέρι, ευφυέστατο επιχειρηματία. Παράλληλα όμως ο κ. Σερπιέρι ήταν συνεργάτης του Γ. Παχύ από την Άρτα ο οποίος ήταν βαθύς γνώστης του υπόγειου και του υπέργειου πλούτου της περιοχής.
Φορείς ανάπτυξης ήταν και οι εργαζόμενοι που προέρχονταν είτε από το εξωτερικό είτε από το εσωτερικό και εντάσσονταν στο εργασιακό δυναμικό των μεταλλευτικών πόλεων όντας ωστόσο ανειδίκευτοι δηλ. αγρότες οι περισσότεροι αφού προέρχονταν κυρίως από τον πρωτογενή τομέα.
H συγκρότηση της πόλης οδήγησε στην παγίωση ταξικών χαρακτηριστικών ομάδων που δεν είχαν ταξική συνείδηση προηγουμένως. Η αυστηρή ιεραρχία των επιχειρήσεων, η εισαγωγή εξειδικευμένου προσωπικού αλλά και η άνιση αμοιβή των εργαζομένων ήταν η βασική αιτία ρήξεων που ξεκίνησαν από το τέλος του 19ου αιώνα και μετά, μεταξύ εργαζομένων και επιχειρήσεων. Αιτίες όμως των ρήξεων ήταν και οι ασθένειες, κακές συνθήκες εργασίας και διαβίωσης [παραπήγματα, κατοικίες ενός η δύο το πολύ δωματίων, συσσώρευση αρκετών εργαζομένων σε μικρούς χώρους]. Η μελέτη διερευνά τις εργασιακές συνθήκες και τις συνέπειές τους που αφορούν στη μισθωτή εργασία στις μεταλλευτικές επιχειρήσεις. Πώς επιτυγχανόταν η συγκράτηση στο χώρο εργασίας και στην επιχείρηση του ανειδίκευτου εργατικού δυναμικού [λόγω του χαμηλότερου κυρίως κόστους ] και πώς λειτουργούσε εις βάρος της γυναικείας αλλά και της παιδικής εργασίας. Εξετάζεται η ενίσχυση των κυρίαρχων σε βάρος των κυριαρχούμενων ομάδων δηλαδή των ιδιοκτητών [κεφαλαίου και εδάφους ] και από την άλλη των εργαζομένων χαμηλού κόστους.
Άλλος φορέας ίσως και ο σημαντικότερος ήταν οι μεταλλευτικές επιχειρήσεις. Μέσα από την παρούσα μελέτη αναζητείται η βασική στρατηγική τους. Τεκμηριώνεται ότι η ιδιοκτησία του μεταλλευτικού πλούτου στη Λαυρεωτική αλλά και η ιεραρχική πολιτική των επιχειρήσεων επέβαλλαν νέες συνθήκες στην περιοχή αλλά δημιούργησαν και νέους δεσμούς των επιχειρήσεων με φορείς τόσο ενδοεπιχειρησιακούς όσο και εξωεπιχειρησιακούς. Αναδεικνύεται κυρίως η σχέση των επιχειρήσεων με το κράτος και η υπεροχή της επιρροής τους σε όλα τα πεδία ακόμα και στο δικαστικό. Καταδεικνύεται επίσης η προσπάθεια συμπίεσης του κόστους μέσα κυρίως από το συντελεστή εργασία αφού οι αμοιβές των εργαζομένων απείχαν κατά πολύ από το βασικό επίπεδο διαβίωσης. Αντιδράσεις εμφανίζονταν με τη μορφή δημοσιεύσεων αλλά και κινητοποιήσεων των εργαζομένων κυρίως των εγγεγραμμένων στα σωματεία της περιοχής που όμως δεν αρκούσαν για να διορθώσουν τη κατάσταση.
Η πολιτική των επιχειρήσεων δεν εξαντλείτο στη φανερή αντιπαράθεση με τους εργαζόμενους αλλά επιτυγχανόταν μέσω της συναινετικής δέσμευσής τους και κάποιων υποτυπωδών παροχών [κατασκευή κατοικιών, ιατρική περίθαλψη, παροχή πετρελαίου και καυσίμων στα στελέχη της επιχείρησης και πολλές φορές πολιτιστικών εκδηλώσεων για τους εργαζόμενους] μετά το τέλος του 19ου αιώνα.
Οι παρεμβάσεις των εργοδοτών είχαν να κάνουν και με τη διείσδυσή τους σε διάφορους φορείς. ώστε να αποκτήσουν τον έλεγχο των περισσοτέρων φορέων που σχετίζονταν με την επιχείρηση. Οι διασυνδέσεις με τους ισχυρούς μιας πόλης αλλά και με τους κατά τόπους κρατικούς φορείς διευκόλυνε την παρουσία τους αλλά και άνοιγε δρόμους στα κατά καιρούς σχέδιά τους πιθανή υποστήριξη για κάποια ζητήματα που αφορούσαν και άγγιζαν τους εργαζόμενους ώστε οι παρεμβάσεις προς κρατικά και άλλα όργανα να διευκολύνουν τις επιδιώξεις της επιχείρησης [Δήμος , σωματεία εργαζομένων, ομοσπονδία, κλαδικά σωματεία μετά την οργάνωσή τους κ.λ.π.] .
Διερευνώντας τις συνέπειες αυτής της πολιτικής για το Λαύριο ο ερευνητής παρατηρεί και άλλες παραμέτρους, όπως το σκηνικό επιφανειακής ευμάρειας, αλλά σε αντίθετη κατεύθυνση από τα συμφέροντα των εργαζομένων.
Σημαντικό ρόλο είχε η δημιουργία κοινωνικών ομάδων και πυρήνων πολυπολιτισμικότητας, γι’ αυτό εξετάζεται ο τρόπος οργάνωσης αυτών των κοινωνικών ομάδων και η συγκρότηση των συγκεκριμένων συνοικισμών. Αποτέλεσμα της λειτουργίας των επιχειρήσεων και της πολιτικής τους υπήρξε επίσης η δημιουργία κοινωνικών τάξεων αφού εμμέσως πλην σαφώς επέβαλλαν στο εσωτερικό τους κάποια ιεραρχία. Με την ιεραρχία που εμμέσως επέβαλλαν αντικαθιστούσαν κοινωνικά και εν μέρει εισοδηματικά τους ιδιοκτήτες των επιχειρήσεων με κατώτερα στελέχη. Άρα με την πολιτική τους οικοδομούσαν ένα συναινετικό πρότυπο βαθμιαία όλων των φορέων που εμπλέκονταν στον περίγυρο της επιχείρησης χορηγώντας και δημιουργώντας και άλλου είδους παροχές όπως ομάδες μουσικής, χορούς , συνεστιάσεις, είδη διασκέδασης κ.λ.π. κάτω όμως πάντα από το φωτεινό νου της επιχείρησης.
Η διαπλοκή των επιχειρήσεων με τη θεσμοθετημένη εξουσία αποτελεί επίσης αντικείμενο της μελέτης αλλά υποδηλώνει και την άλωση του τοπίου μέσα από κάθε είδους ιδιοκτησιακά σχέδια. Διαφοροποίηση του χώρου προς το συμφέρον των επιχειρήσεων παρά την προσπάθεια να εκσυγχρονισθεί η περιοχή [δημιουργία φαρμακείου, νοσοκομείου, καταναλωτικού συνεταιρισμού /κοοπερατίβας όπως την ονόμαζαν κ.λ.π] Οι επιχειρήσεις οργάνωσαν τον όλο χώρο της Λαυρεωτικής και αποτύπωσαν την πολιτική τους και στο μέγεθος αλλά και στην ποιότητα των κατοικιών που συμπορεύονταν με την ιεραρχία που επέβαλλε κάθε επιχείρηση.
Ερευνάται επίσης η διασύνδεση του τοπικού πολιτισμού με άλλους πολιτισμούς, οι τρόποι διασκέδασης και συνύπαρξης των εργαζομένων, οι τόποι συνεύρεσης των εργαζομένων αλλά και η δημιουργία ειδικών πολιτισμικών ομάδων με πρωτοβουλία των επιχειρήσεων.
Η πολιτική των επιχειρήσεων χρησιμοποίησε και τον τύπο για να στηρίξει τους ισχυρούς αυτής της πόλης που ήταν οι ιδιοκτήτες των μέσων της παραγωγής και θεωρούνταν νόμιμοι οραματιστές της πόλης του Λαυρίου. H χρησιμοποίηση του Τύπου ήταν το εργαλείο για την εξισορρόπηση των αντιθέσεων κεφαλαίου-εργασίας κάτω από το μανδύα της ηθικής δικαιοσύνης προκειμένου οι κυρίαρχες επιχειρήσεις να επιβάλλουν το πατερναλιστικό τους μοντέλο. Επίσης ο Τύπος χρησιμοποιήθηκε κυρίως σε περιόδους έντασης[απεργίες, κινητοποιήσεις κ.λ.π.] προκειμένου να προετοιμασθεί το έδαφος για την μελλοντικά επερχόμενη εκσυγχρονιστική πολιτική του κράτους, αλλά και για την ειρηνική συνύπαρξη των εργαζομένων και των επιχειρήσεων. Ο βηματισμός της πόλης του Λαυρίου ήταν σύμφωνος πιθανώς με έναν πιο προωθημένο βηματισμό, αλλά ασφαλώς σύμφωνος με τον βηματισμό της επιχείρησης
Η μελέτη επιχειρεί να καταγράψει για πρώτη φορά και να αποτυπώσει όλες τις επιχειρήσεις που λειτούργησαν στο Λαύριο σε διαφορετικές περιόδους. Ανιχνεύεται η πολιτική τους, καλή η κακή, επιτυχής ή όχι, αφού κάθε περίοδος παρουσίαζε διαφορετικά χαρακτηριστικά, οικονομικά και κοινωνικά. Ειδικότερα στόχος αυτής της έρευνας είναι η διερεύνηση υπό διαφορετικές συνθήκες αλλά κυρίως της βιομηχανίας στο χώρο της Λαυρεωτικής της πολιτικής των επιχειρήσεων σε διαφορετικές χρονικές στιγμές έναντι των διαφόρων φορέων που αποτελούσαν και τον περίγυρο κοινωνικό, θεσμικό, οικονομικό, οικιστικό, ανθρωπιστικό κ.λ.π.
Γενικότερα σκοπός της εργασίας είναι να συμβάλλει στη συλλογή πληροφοριών και εξέταση
Α] του όλου βιομηχανικού αλλά και βιοτεχνικού περιβάλλοντος στο Λαύριο πριν από την έναρξη της μεταλλευτικής δραστηριότητας, δηλαδή πριν από το 1860, και των σημαντικών δυσκολιών που προέκυψαν στην πρώιμη βιομηχανική εποχή.
Β] της έναρξης της μεταλλευτικής δραστηριότητας από το 1860-1900 σε μία αγροτική χώρα και να εξετάσει τα βασικά οικονομικά χαρακτηριστικά αυτής της περιόδου. Παράλληλα τη συγκεκριμένη περίοδο κρίθηκε σκόπιμο να αποτυπωθεί το γενικότερο βιομηχανικό περιβάλλον εκτός από τον μεταλλευτικό τομέα, καθώς και η παρέμβαση των ομογενών που υπήρξε βασικός παράγων εξέλιξης της μεταλλευτικής βιομηχανίας και ειδικότερα στην περιοχή της Λαυρεωτικής.
Γ] του όλου οικονομικού και πολιτικού περιβάλλοντος ειδικότερα στο τέλος του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου αιώνα, την έλλειψη θεσμικού πλαισίου ή την αδυναμία του να περιφρουρήσει τον ορυκτό πλούτο της χώρας, αλλά και τη σύζευξη των επιλογών των τραπεζών, της βιομηχανίας και του πολιτικού περιβάλλοντος.
Δ] της εξέλιξης της περιοχής μέσα από τη δημιουργία και μη μεταλλευτικών επιχειρήσεων, αφού οι μεταλλευτικές επιχειρήσεις εμφάνισαν με τη σειρά τους, όπως και οι υπόλοιπες επιχειρήσεις της περιοχής, κόπωση και συρρίκνωση.
Ε] της συγκυρίας γενικότερα στο χρονικό διάστημα [1900-1950] με ανάδειξη των ομάδων που μετακινούνται είτε προς το εσωτερικό είτε προς το εξωτερικό και της προσπάθειας για τη σύνδεση αυτής της φυγής με τα οικονομικά προβλήματα της χώρας.
ΣΤ] της ανάδειξης των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του εργατικού δυναμικού που προέρχεται είτε από το εσωτερικό είτε από το εξωτερικό και της υφιστάμενης υπερεκμετάλλευσης και φθοράς των ανθρώπινων οργανισμών.
________________________________________