Συσχέτιση μεταξύ άγχους, στρατηγικών αγχογόνων καταστάσεων και επαγγελματικής εξουθένωσης σε γενικούς ιατρούς

Strategic approach to stress management and burn out syndrome: the case study of family physicians. (Αγγλική)

  1. MSc thesis
  2. Καρακίτσιος, Παύλος
  3. Διοίκηση Μονάδων Υγείας (ΔΜΥ)
  4. 25 Σεπτεμβρίου 2021 [2021-09-25]
  5. Ελληνικά
  6. 153
  7. Τριγώνη, Μαρία
  8. Τριγώνη, Μαρία | Ουζούνη, Χριστίνα
  9. Εργασιακό άγχος | work-related stress | επαγγελματική εξουθένωση | job burnout | στρατηγικές αντιμετώπισης αγχογόνων καταστάσεων | coping strategies
  10. 26
  11. 43
  12. Περιέχει : πίνακες
  13. "Η ανίχνευση άγχους και στρες σε Επαγγελματίες υγείας Νοσοκομειακού Πλαισίου και οι επιπτώσεις τους στην ψυχική τους υγεία"»...Λαφτσίδου Σαββατούλα
    • Εισαγωγή: Η έννοια του εργασιακού άγχους αναφέρεται στο άγχος που αντιμετωπίζει ο εργαζόμενος εντός του εργασιακού πλαισίου. Προκύπτει ένεκα του περιορισμένου πλαισίου δυνατοτήτων του ίδιου του εργαζομένου ή/και εξαιτίας της πίεσης που δέχεται κατά τη διάρκεια της εργασίας. Δύναται να έχει σωματικές ή/και ψυχολογικές επιπτώσεις. Οι σχετικές θεωρητικές προσεγγίσεις εστιάζουν στις απαιτήσεις και τη δυσκολία του επαγγέλματος αλλά και στις δυνατότητες ανταπόκρισης εκ μέρους του εργαζομένου. Αντίστοιχα, οι στρατηγικές αντιμετώπισης του εργασιακού άγχους εστιάζουν είτε στη μετωπική διευθέτηση του προβλήματος είτε στη διαχείριση των συναισθημάτων του εργαζομένου. Περαιτέρω, η επαγγελματική εξουθένωση αναφέρεται στη σωματική και συναισθηματική εξάντληση που προκύπτει από την εργασία. Οι σχετικές θεωρητικές προσεγγίσεις δίνουν έμφαση είτε στα ατομικά χαρακτηριστικά του εργαζομένου είτε στην επενέργεια του εργασιακού περιβάλλοντος. Αντίστοιχα, τα μοντέλα επαγγελματικής εξουθένωσης εστιάζουν στον ίδιο τον εργαζόμενο ή στις απαιτήσεις της εργασίας και τους πόρους που υφίστανται για την «κάλυψή» τους. Οι επιπτώσεις της επαγγελματικής εξουθένωσης διαρθρώνονταισε τρεις κύριες διαστάσεις: αποπροσωποποίηση, συναισθηματική εξάντληση και αδυναμία προσωπικής ολοκλήρωσης. Σκοπός: Να διερευνηθεί, σε επίπεδο θεωρίας και έρευνας, ο βαθμός συσχέτισης μεταξύ άγχους, στρατηγικών αντιμετώπισης αγχογόνων καταστάσεων και επαγγελματικής εξουθένωσης σε γενικούς ιατρούς. Να αναδειχθεί συγκριτικά, κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο βαθμός επιτυχίας της εφαρμογής συγκεκριμένων στρατηγικών αντιμετώπισης αγχογόνων καταστάσεων σε σχέση με άλλες και αναφορικά με την ένταση του εργασιακού άγχους και της επαγγελματικής εξουθένωσης. Μεθοδολογία:Διεξήχθη συγχρονική μελέτη με τη χρήση ερωτηματολογίου από τον Ιούνιο του 2019 έως και τον Δεκέμβριο του 2020 μέσω της διανομής ερωτηματολογίων σε 130 γενικούς ιατρούς που υπηρετούν σε δομές Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, αρμοδιότητας της 5ης Υ.ΠΕ. (Θεσσαλία και Στερεά Ελλάδα), εκ των οποίων εν τέλει αποκρίθηκαν οι 128. Επιπλέον, σημειώνεται ότι η έρευνα έλαβε χώρα κατόπιν αιτήματος στην 5η Υ.ΠΕ. και παροχής εκ μέρους της σχετικής άδειας (Αρ. Πρωτ. ΕΣ74 – 12/06/2019). Η συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή επιλέχτηκε στη βάση του κριτηρίου της εγγύτητας με τον τόπο εργασίας του συντάκτη της εργασίας ενώ, αντίστοιχα, ο πληθυσμός μελέτης στη βάση της επαγγελματικής ιδιότητας και της συνεπαγόμενης συνάφειάς της με το θέμα της παρούσας εργασίας. Όλοι οι συμμετέχοντες ενημερώθηκαν ρητώς σχετικά με τον εθελοντικό χαρακτήρα της συμμετοχής τους όσο και αναφορικά με την ανωνυμία της. Για τον λόγο αυτό συμπλήρωσαν και το σχετικό έντυπο συγκατάθεσης, που επισυνάφθηκε στα ερωτηματολόγια. Επίσης, για τη διερεύνηση του άγχους αξιοποιήθηκε το «State-TraitAnxietyInventory (STAI)», όπως έχει μεταφραστεί στην ελληνική γλώσσα και σταθμιστεί για τον ελληνικό πληθυσμό [1], αποτελούμενο από 40 ερωτήσεις σχετικά με τη συναισθηματική κατάσταση των ερωτηθέντων κατά τη χρονική στιγμή συμπλήρωσης του ερωτηματολογίου. Περαιτέρω, αναφορικά με τις στρατηγικές αντιμετώπισης αγχογόνων καταστάσεων χρησιμοποιήθηκε το «CopingOrientationstoProblemsExperiencedInventory» [2], όπως έχει μεταφραστεί στην ελληνική γλώσσα [3], αποτελούμενο από 53 ερωτήσεις, οι απαντήσεις των οποίων διατυπώνονται σε τετράβαθμη κλίμακα. Επιπλέον, για τη μελέτη της επαγγελματικής εξουθένωσης, εφαρμόστηκε το CopenhagenBurnoutInventory (CBI) [4], όπως χρησιμοποιείται στην ελληνική του εκδοχή [5]. Τέλος, το λογισμικό που χρησιμοποιήθηκε στην τέλεση της στατιστικής ανάλυσης είναι το «SPSS» της εταιρείας ΙΒΜ [6] ενώ για τη διερεύνηση της εσωτερικής συνοχής ή συσχέτισης μεταξύ των ερωτημάτων αξιοποιήθηκε το «Cronbach’s Alpha ReliabilityΤest» [7]. Περαιτέρω, πραγματοποιήθηκε έλεγχος συσχέτισηςμεταξύ των κλιμάκων STAI, COPEκαι CBΙκαι τέλος εφαρμόστηκε η μέθοδος της ανάλυσης παλινδρόμησης (Linearregression) για την εξέταση της επιρροής των αγχογόνων καταστάσεων και της επαγγελματικής εξουθένωσης στο άγχος που παρουσιάζουν οι γενικοί ιατροί του δείγματος που μελετήθηκε. Ακόμα, επισημαίνεται ότι αναφορικά με τη χρήση της ελληνικής εκδοχής του «State-TraitAnxietyInventory (STAI)», η σχετική άδεια δόθηκε από τον Επίκουρο Καθηγητή Ψυχιατρικής ΑΠΘ κ. Κώστα Ν. Φουντουλάκη, ο οποίος, από κοινού με τον Καθηγητή Ψυχιατρικής ΕΚΠΑ, κ. Λευτέρη Λύκουρα, έχει μεταφράσει το εν λόγω ερευνητικό εργαλείο. Περαιτέρω, σε ό,τι αφορά στο ερωτηματολόγιο «CopingOrientationstoProblemsExperiencedInventory» αιτήθηκε από την συντάκτη της παρούσας εργασίας και δόθηκε από τη συγγραφική ομάδα (Ντίνου και συν.) η σχετική άδεια χρήσης της ελληνικής εκδοχής του. Αποτελέσματα: Σε γενικές γραμμές, δεν καταδεικνύονται υψηλά επίπεδα εργασιακού άγχους και επαγγελματικής εξουθένωσης για τους γενικούς ιατρούς, αν και προκύπτει σύνδεση μεταξύ αμφοτέρων. Ειδικότερα, μόλις το 6.3% των ιατρών παρουσιάζει υπερβολικό εργασιακό άγχος και, αντίστοιχα, μόλις το 4% αισθάνεται «κάψιμο» (εξουθένωση)στο τέλος της εργάσιμης ημέρας. Χαμηλά είναι τα ποσοστά υπερβολικής ανησυχίας (6.3%), καθώς και τα ποσοστά υπερβολικής έξαψης (2.3%), ανασφάλειας (9.4%) και υπερέντασης (2.3%). Έτσι, το 61.7% δε νιώθει ότι ανησυχεί περισσότερο απ’ ό,τι χρειάζεται για δευτερεύοντα θέματα ενώ μόλις το 5.5% δηλώνει ότι ανησυχεί διαρκώς. Στην κατάσταση αυτή συμβάλλει, όπως καταδεικνύεται, η αμεσότητα στη λήψη αποφάσεων και μέτρων αναφορικά με τα προβλήματα. Αναφορικά με τις σχετικές διαφοροποιήσεις ανάμεσα στα δύο φύλα, αυτές δεν καταδεικνύονται μεγάλες. Εξαίρεση αποτελεί το πεδίο της ανάπαυσης, καθώς το 28.6% των ανδρών δήλωσε πως δεν αισθάνεται καθόλου αναπαυμένο ενώ η ίδια απάντηση στις γυναίκες συγκέντρωσε μόνο το 14,3%. Αλλά και το πεδίο του άγχους, καθώς το 52.9% των ανδρών δήλωσε πως δεν αισθάνεται κανένα άγχος και μόνο το 8.6% πάρα πολύ. Αναφορικά με τις ηλικιακές διαφοροποιήσεις, σε ό,τι αφορά τα επίπεδα ανάπαυσης, ικανοποίησης, ευχαρίστησης, αισιοδοξίας και χαλαρότητας, από τη μία πλευρά, και άγχους και διέγερσης, από την άλλη, υφίστανται διακυμάνσεις μεταξύ των ηλικιακών ομάδων με κύριο μοτίβο αυτά να αυξάνονται και να μειώνονται αντίστοιχα όσο αυξάνεται και η ηλικία. Σε ό,τι αφορά στη φράση «συγκεντρώνω τις προσπάθειες μου στο να κάνω κάτι για το πρόβλημα», τα πιο υψηλά ποσοστά συγκεντρώνονται από τους 61+ (84.6%) και έπειτα από τους 51-60 (65.4%) ενώ ανάλογη είναι και η εικόνα που αφορά τη δήλωση ότι «παίρνω πρόσθετα μέτρα για να απαλλαχτώ από το πρόβλημα». Συμπεράσματα: Το εργασιακό άγχος και η επαγγελματική εξουθένωση κυμαίνονται κατά γενική ομολογία σε χαμηλά επίπεδα στους γενικούς ιατρούς του δείγματος. Οι διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα είναι μικρές αν και φαίνεται ότι οι γυναίκες επηρεάζονται περισσότερο από εξωγενείς παράγοντες ως προς την ένταση του συναισθηματικού κάματου. Σε ό,τι αφορά στις διαφορές αναφορικά με τις ηλικιακές ομάδες, φαίνεται ότι όσο αυξάνεται η ηλικία και, κατ’ επέκταση, συσσωρεύεται η εμπειρία, τόσο μειώνεται το εργασιακό άγχος και η επαγγελματική κόπωση, αν και τα επίπεδά τους παραμένουν χαμηλά και στις νεότερες ηλικίες.
    • Introduction: The concept of work-related stress refers to the stress that the employee faces within the work context. It arises due to the limited framework of possibilities of the employee himself and/or due to the pressure he receives during the work. May have physical and/or psychological effects. Relevant theoretical approaches focus on the contribution of situational and personal factors. That is, to the requirements and the difficulty of the profession but also to the possibilities of response on the part of the employee. Accordingly, work-related stress coping strategies focus on either frontal resolution of the problem or management of the employee's emotions. Furthermore, job burnout refers to the physical and emotional exhaustion that results from work. The relevant theoretical approaches emphasize either the individual characteristics of the employee or the influence of the working environment. Similarly, burnout models focus on the employee himself or herself on the demands of the job and the resources available to fulfill them. The effects of burnout are structured in three main dimensions: depersonalization, emotional exhaustion and lack of personal fulfillment. Purpose: To investigate the degree of association between work-related stress, stress coping strategies and job burnout in general doctors. To highlight comparatively, in this way, the degree of success of the implementation of specific strategies for dealing with stressful situations in comparison with other coping strategies in relation to the intensity of work stress and burnout. Methodology:A synchronous study was conducted using a questionnaire from September 2019 to September 2020 through the distribution of questionnaires to 130 general practitioners serving in Primary Health Care structures, under the responsibility of the 5th Regional Health Authority. (Thessaly and Central Greece), of which 128 responded. In addition, it is noted that the investigation took place upon request at the 5th Regional Health Authority and provision on behalf of the relevant license (Prot. No. ES74 – 12/06/2019). The specific geographical area was selected based on the criterion of proximity to the place of work of the author of the work, while, respectively, the study population on the basis of professional status and its implicit relevance to the subject of the present work. All participants were explicitly informed about the voluntary nature of their participation as well as regarding its anonymity. For that reason, they completed the relevant consent form, which was attached to the questionnaires. In addition, the “State-Trait Anxiety Inventory (STAI)” was used to investigate stress, as it has been translated into Greek and weighted for the Greek population [1], consisting of 40 questions about the emotional state of the respondents at the time of completion. Furthermore, regarding coping strategies, the “Coping Orientations to Problems Experienced Inventory” [2] was used as translated into Greek [3], consisting of 53 questions, whose answers are formulated on a four-point scale. Finally, for the study of burnout, the “Copenhagen Burnout Inventory (CBI)” [4] was applied, as used in its Greek version [5]. Finally, the software used in performing the statistical analysis is the “SPSS” of the IBM company [6] while the “Cronbach's Alpha Reliability test” [7] was used to investigate the internal coherence or correlation between the questions. Furthermore, a correlation test was performed between the STAI, COPE and CBI scales and finally the method of linear regression analysis was applied to examine the effect of stressful situations and burnout on the stress presented by the general practitioners of the sample under study. Also, regarding the use of the Greek version of the “State-Trait Anxiety Inventory (STAI)”, the relevant permission was given by the Assistant Professor of Psychiatry AUTH Mr. Costas N. Foundoulakis, who, together with the Professor of Psychiatry EKPA, Mr. Lefteris Lykouras, has translated this specific research tool. Furthermore, regarding the questionnaire “Coping Orientations to Problems Experienced Inventory” was requested by the author of this paper and given by the writing team (Dinou et al.) The relevant license to use the Greek version. Results: Only 6.3% of doctors experience excessive work stress and, respectively, only 4% feel “burned” (burnout) at the end of the working day. The rates of excessive anxiety (6.3%), as well as the rates of excessive excitement (2.3%), insecurity (9.4%) and overexertion (2.3%) are low. Thus, 61.7% do not feel that they are more worried than they need to be about minor issues, while only 5.5% say that they are constantly worried. Contribution to this situation, as shown, is the immediacy in the decision-making and measures regarding the problems. Regarding the relative differences between the two sexes, they do not prove to be large. The exception is the field of rest, as 28.6% of men stated that they do not feel at all rested while the same response in women gathered only 14.3%. But also, the field of stress, as 52.9% of men stated that they do not feel any stress and only 8.6% too much. Regarding the age differences, in terms of the levels of rest, satisfaction, pleasure, optimism and relaxation, on the one hand, and stress and arousal, on the other hand, there are fluctuations between the age groups with the main motive that they increase and to decrease respectively with increasing age. Regarding the phrase “I concentrate my efforts on doing something about the problem”, the highest percentages are collected from 61+ (84.6%) and then from 51-60 (65.4%) while the corresponding image relating to the statement that “I am taking additional measures to get rid of the problem”. Conclusion: Work stress and burnout are generally admittedly low in the general practitioners of the sample. The differences between the sexes are small, although it seems that women are more influenced by external factors in terms of the intensity of emotional turmoil. In terms of age differences, it seems that as age increases and, consequently, experience accumulates, so does work stress and work fatigue, although their levels remain low at younger ages.
  14. Items in Apothesis are protected by copyright, with all rights reserved, unless otherwise indicated.