Στη συγκεκριμένη μεταπτυχιακή εργασία αναλύθηκε η πορεία της επιστήμης της Λογιστικής στην Ελλάδα από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Από την ύπαρξη των αρχαίων πολιτισμών προέκυψε η ανάγκη για θεσμοθέτηση των οικονομικών και εμπορικών συναλλαγών, καθώς και η καταγραφή τους.
Στην αρχαία Ελλάδα οι λογιστικές καταγραφές ξεκίνησαν από το Μινωικό πολιτισμό και συνεχίστηκαν με τον Αριστοτέλη μέχρι τη βυζαντινή περίοδο, ενώ εξελίχθηκαν οι λογιστικές αρχές, χρησιμοποιώντας απλές μεθόδους καταγραφής των οικονομικών δραστηριοτήτων. Στη συνέχεια η λογιστική εξελίχθηκε και αναβαθμίστηκε καθώς διάφορες οικονομικές ανάγκες βελτίωσαν τις πρακτικές της.
Η αναγέννηση το 14ο αιώνα και οι διπλές καταχωρήσεις στην Ιταλία, αλλά και η ανάπτυξη της βιομηχανικής επανάστασης επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό τον ελλαδικό χώρο, καθώς εμφανίστηκαν διδάσκαλοι, που κατέγραφαν οικονομικά και λογιστικά βιβλία. Στη συνέχεια και έως την δημιουργία του πρώτου σύγχρονου ελληνικού κράτους σε όλες τις εμπορικές συναλλαγές εμφανίστηκαν απλογραφικά, διπλογραφικά καθώς και διάφορα ξενόγλωσσα εγχειρίδια εξελίσσοντάς τα στην καταστιχογραφία και διευκολύνοντας τους Έλληνες στην καταγραφή τόσο των θετικών όσο και των αρνητικών επιπτώσεων στις συναλλαγές τους, έχοντας έτσι συνολική οικονομική εικόνα των αποτελεσμάτων τους.
Μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους, ο Λογιστής αποκαλούνταν «Καταστιχάρης» τα Λογιστικά Βιβλία αναφέρονταν ως «Κατάστιχα». Ο Ιωάννης Καποδίστριας έθεσε βάσεις για την αναγκαιότητα της λογιστικής και την εξέλιξή της. Αυτό αποδεικνύεται το 1831, που αποφασίστηκε η έκδοση από την Εθνικό Τυπογραφείο, του πρώτου βιβλίου Λογιστικής. Το 1835 επί Όθωνα, δημοσιεύτηκε διάταγμα για την επίσημη μετάφραση του Γαλλικού Εμπορικού Κώδικα του 1807, για διευκόλυνση των διαδικασιών.
Το 1855 η διπλογραφία αποφασίστηκε να διδαχθεί στη Βασιλική Πολυτεχνική Σχολή, το σημερινό Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Το 1903 ιδρύεται και η πρώτη δημόσια λογιστική σχολή. Η ίδρυση της Ανώτατης Σχολής Εμπορικών Σπουδών το 1920 επισφράγισε την εξέλιξη της Οικονομίας και της Λογιστικής στο ελληνικό κράτος, όπως επίσης η δημιουργία για το ίδιο έτος της τάξης των λογιστών, η οποία διατηρήθηκε μέχρι και το 1939, ωθώντας την ίδρυση λογιστικών σωματείων.
Η συνεχής εξέλιξη, οδήγησε στα σημερινά δεδομένα και την ολοένα αυξανόμενη ανάγκη για βελτίωση των οικονομικών και λογιστικών διαδικασιών. Μετά τη δεκαετία του 1940 εμφανίστηκε η ανάγκη για θέσπιση νέων κανόνων και το 1955 ιδρύεται το σώμα Ορκωτών Λογιστών (ΣΟΛ). Άλλα σημαντικά σημεία στην εξέλιξη της λογιστικές ήταν το 1962, που καθιερώθηκαν κάποιες έτοιμες μορφές ισολογισμού. Την δεκαετία του 1970 ιδρύονται τα Κέντρα Ανωτέρας Τεχνικής Εκπαίδευσης (ΚΑΤΕ), τα σημερινά Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (ΤΕΙ), ενώ από το 1977 το λογιστικό επάγγελμα μπορούσε να εξασκηθεί βάση συγκεκριμένων κανονισμών. Μία ακόμα πρόοδος για την προάσπιση των δικαιωμάτων των λογιστών, ήταν η απόφαση για τη δημιουργία του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος το 1980.
Το ενιαίο γενικό λογιστικό σχέδιο στην Ελλάδα πήρε μορφή από το αντίστοιχο της Γαλλίας ήδη από τη δεκαετία του 1940, αλλά από το 1982 ξεκίνησε η προαιρετική ενιαία χρήση του με παραλλαγές φυσικά, που συνδέθηκαν με τις ανάγκες της ελληνικής πραγματικότητας και δεδομένων. Τη δεκαετία του 1990 έγιναν αποτελεσματικές προσπάθειες για την κατοχύρωση του λογιστικού επαγγέλματος και εφαρμόστηκαν γενικοί κανόνες λογιστικής για όλες τις εταιρείες και τους οργανισμούς οδηγώντας στη σημερινή μορφή τα λογιστικά δεδομένα, με τη χρήση και της πληροφορικής.