- MSc thesis
- Δίκαιο της Οικονομίας και των Επιχειρήσεων (ΔΟΕ)
- 23 Σεπτεμβρίου 2023
- Ελληνικά
- 74
- Απόστολος Μάνθος
- τραπεζικός κατανα΄λωτής, δάνεια σε ξένο νόμισμα, εισπρακτικές εταιρείες
- Δίκαιο του Καταναλωτή
- 38
- 20
-
-
Μετά από την ένταξη της Ελλάδας στη νομισματική ευρωπαϊκή ένωση και σχεδόν επί μία δεκαετία, από το έτος 2001 έως και το 2008 σημειώθηκε ιλιγγιώδης πορεία ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Κατά το ίδιο αυτό χρονικό διάστημα, ο Έλληνας εξοικειώνεται και εκμεταλλεύεται στο έπακρο τα παρεχόμενα τραπεζικά προϊόντα. Οι Τράπεζες παρέχουν πλήθος τραπεζικών δανείων, με στόχο να καλύψουν κάθε ανάγκη ενός ιδιώτη ή μιας επιχείρησης, χωρίς να κάνουν στην πραγματικότητα ουσιαστικό έλεγχο των οικονομικών δυνατοτήτων αποπληρωμής του αιτούντος το δάνειο.
Η Τράπεζα της Ελλάδος αντιλαμβάνεται ήδη από το κρίσιμο αυτό χρονικό διάστημα, όπου δημιουργείται και το πρόβλημα τι μέλλει γενέσθαι. Έτσι, στις 19/5/2008 δημοσιεύει έρευνά της κατά την οποία: «η δανειακή επιβάρυνση των νοικοκυριών συνεχίζει να αυξάνεται με ταχείς ρυθμούς ως αποτέλεσμα του υψηλού αν και επιβραδυνόμενου ρυθμού δανεισμού, όπως αυτή μετρείται με βάση τη μεταβολή του υπολοίπου των δανειακών υποχρεώσεών τους προς τις τράπεζες (κατά μέσον όρο 23,6% τη διετία 2006-2007, έναντι 30,5% την προηγούμενη διετία 2004-2005). Ως ποσοστό του ΑΕΠ, ο δανεισμός των νοικοκυριών από τις τράπεζες αυξήθηκε σε 45,3% στο τέλος του 2007 περιλαμβανομένων και των δανείων που έχουν τιτλοποιηθεί από 34,7% στο τέλος του 2005. Χωρίς τα τιτλοποιημένα δάνεια ο δανεισμός των νοικοκυριών διαμορφώθηκε σε 41,0% του ΑΕΠ στο τέλος του 2007, παραμένει δηλαδή σημαντικά μικρότερος από ό,τι το αντίστοιχο μέγεθος στη ζώνη του ευρώ (54,3%), υποδηλώνοντας ότι ως σύνολο τα ελληνικά νοικοκυριά δεν είναι υπερδανεισμένα. Παράλληλα όμως, η διετία 2006-2007 χαρακτηρίζεται από σημαντική τάση αύξησης των τραπεζικών επιτοκίων από τα ιστορικώς χαμηλά και σχετικώς σταθερά επίπεδα στα οποία είχαν διαμορφωθεί κατά την αμέσως προηγούμενη περίοδο.».
Το αποτέλεσμα συνοψίζεται με μία λέξη: υπερδανεισμός. Υπερδανεισμός νοικοκυριών και επιχειρήσεων που μετά από την ξέφρενη αλλά όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων απατηλή οικονομική ανάπτυξη της χώρας, έφερε μια χρόνια οικονομική κρίση που ακόμη και σήμερα είναι αμφίβολο αν έχουμε καταφέρει να ξεπεράσουμε. Ακόμη και εν έτει 2023 αναζητούνται νομοθετικές λύσεις ώστε να μπορέσουν όσοι υπερχρεώθηκαν, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, να καταβάλουν έστω ένα μέρος των οφειλών τους, οι οποίες σε πάρα πολλές περιπτώσεις έχουν καταστεί μη διαχειρίσιμες.
Ένα από τα τραπεζικά προϊόντα που οδήγησαν σε μη διαχειρίσιμο ύψος απαιτητού κεφαλαίου αποπληρωμής, αλλά εντούτοις παρουσιάστηκαν με τον πλέον ελκυστικό τρόπο από τα τραπεζικά ιδρύματα, ήταν τα λεγόμενα δάνεια σε ξένο νόμισμα και συνηθέστερα σε ελβετικό φράγκο. Το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών των δανείων χορηγήθηκε κατά τα έτη 2005-2009 και οι καταναλωτές τα προτιμούσαν διότι παρουσιάζονταν ως δάνεια με πολύ χαμηλό επιτόκιο, καθώς κατά τον χρόνο χορήγησής τους ευνοούνταν από τη συναλλαγματική ισοτιμία.Ωστόσο, όπως είναι ευνόητο, η συναλλαγματική ισοτιμία, από την οποία κατεξοχήν καθοριζόταν και η δόση αποπληρωμής κάθε δανείου σε ελβετικό φράγκο είναι ένας μεταβλητός παράγοντας ο οποίος επηρεάστηκε ραγδαία από τη διαρκή και πολυετή υποτίμηση του ευρώ έναντι του ελβετικού φράγκου που επέφερε η πολυετής οικονομική κρίση που διένυσε η Ευρωπαϊκή ΄Ενωση και δη τα κράτη του ευρωπαϊκού νότου. Αποτέλεσμα ήταν η πλειονότητα των καταναλωτών που είχαν λάβει τέτοια δάνεια να βρεθούν σε αδυναμία αποπληρωμής του χρέους τους, το οποίο βέβαια στην πλειοψηφία των περιπτώσεων είχε αγγίξει δυσθεώρητα ύψη. Πολλοί εκ των δανειοληπτών κινήθηκαν νομικά, ασκώντας ατομικές ή συλλογικές αγωγές, ζητώντας την ακύρωση της ρήτρας συναλλαγματικής ισοτιμίας, που επέβαλε στον λήπτη του δανείου να αποπληρώνει την οφειλή του είτε στο νόμισμα της χορήγησης, δηλαδή σε ελβετικό φράγκο, είτε σε EURO με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του νομίσματος χορήγησης την ημέρα της καταβολής της εκάστοτε δόσης. Η καταχρηστικότητα των ρητρών των δανείων σε ελβετικό φράγκο είναι το πρώτο σκέλος που θίγεται στην παρούσα εργασία.
Το δεύτερο σκέλος, αφορά στη νομοτελειακή εξέλιξη που επέφερε ο υπερδανεισμός των Ελλήνων, την αδυναμία διαχείρισης του όγκου των ληξιπρόθεσμων οφειλών από τις Τράπεζες που χορήγησαν τα δάνεια και την καθυστέρηση είσπραξης των απαιτήσεών τους που σταδιακά έφερε τις τράπεζες αντιμέτωπες με τον κίνδυνο ελλιπούς ταμειακής ρευστότητας. Έτσι, στην παράγραφο Γ του Ν. 4336/2015 («Κύρωση του Σχεδίου Σύμβασης Οικονομικής Ενίσχυσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και ρυθμίσεις για την υλοποίηση της Συμφωνίας Χρηματοδότησης») που φέρει τον τίτλο: «Συμφωνία Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων», περιγράφεται ρητά η υποχρέωση των Ελληνικών Αρχών να θεσπίσουν κάθε αναγκαίο κανόνα προκειμένου να αναπτυχθεί μια «δυναμική αγορά μη εξυπηρετούμενων δανείων» και να μεταβιβαστούν σε πρώτο στάδιο τα «κόκκινα» δάνεια, δηλαδή τα δάνεια που βρίσκονται σε καθυστέρηση καταβολής άνω των 90 ημερών ή των οποίων η εκπλήρωση δεν είναι πιθανή χωρίς τη ρευστοποίηση των εξασφαλίσεών τους, σε εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων, οι οποίες επί της ουσίας ενεργούν με μία και μόνη εντολή, την είσπραξη των οφειλόμενων χρημάτων, είτε μέσω σύναψης σύμβασης αναγνώρισης και ρύθμισης του χρέους, είτε προχωρώντας σε μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος των οφειλετών.
Οι εταιρείες αυτές, ευρέως γνωστές ως εταιρείες διαχείρισης οφειλών - εισπρακτικές εταιρείες, πολλές φορές χρησιμοποιούν αθέμιτες πρακτικές προκειμένου ακόμη και τρομοκρατώντας ή εκβιάζοντας ψυχολογικά τους οφειλέτες να τους υποχρεώσουν υπό το κράτος πανικού να καταβάλουν χρήματα, πολλάκις δε απαιτώντας και άτακτες καταβολές, χωρίς δηλαδή να έχει καταρτισθεί ένα συγκεκριμένο πλάνο αποπληρωμής της οφειλής μεταξύ αυτών και του οφειλέτη. Στο ζήτημα αυτό θεωρώ πρέπει να δοθεί εξέχουσα σημασία, καθώς με αυτό το φαινόμενο έρχονται αντιμέτωποι χιλιάδες οφειλέτες καθημερινά και ακόμη η νομική του διαχείριση βρίσκεται σε πολύ πρώιμο στάδιο. Δια της παρούσης εργασίας, θα γίνει περαιτέρω μια προσπάθεια να προσεγγισθεί το ζήτημα των αθέμιτων πρακτικών που ακολουθούν οι εταιρείες διαχείρισης οφειλών προκειμένου να εισπράξουν τα οφειλόμενα ποσά που διαχειρίζονται, ιδίως μέσα από το πώς αυτές αντιμετωπίζονται νομολογιακά έως και σήμερα.
-
-
- Hellenic Open University
- Attribution-NonCommercial-NoDerivatives 4.0 Διεθνές