Η παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση που ξεκίνησε το 2007 από τις Ηνωμένες Πολιτείες με την κατάρρευση αρκετών μεγάλων εταιρειών παγκόσμιας φήμης δημιούργησε πολλά ερωτηματικά σχετικά με την ποιότητα του ελέγχου των δημοσιευμένων καταστάσεων των εταιρειών και την ανεξαρτησία των ορκωτών ελεγκτών, ενώ παράλληλα επηρέασε το οικονομικό περιβάλλον και, ως εκ τούτου, είχε σημαντικό αντίκτυπο στην οικονομική κατάσταση των επιχειρήσεων. Επιπλέον, η χρηματοοικονομική κρίση της Ευρωζώνης προκάλεσε οικονομικές δυσκολίες για πολλές ευρωπαϊκές εταιρείες και ένας αριθμός από αυτές οδηγήθηκε προς την χρεοκοπία. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι χρηματοοικονομικές κρίσεις προκαλούν μεγάλες αλλαγές στο οικονομικό περιβάλλον. Η μείωση του ΑΕΠ είναι το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό μιας οικονομίας που επηρεάζεται από την χρηματοοικονομική κρίση. Σε οικονομίες που υποφέρουν από ύφεση μπορεί κανείς να παρατηρήσει τη μείωση της παραγωγής, την έλλειψη ρευστότητας και την αύξηση του αριθμού των πτωχεύσεων των επιχειρήσεων. Οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από ύφεση προσπαθούν να επιβιώσουν με τη βοήθεια μέτρων περικοπής δαπανών, καθώς επίσης παρουσιάζοντας μία ενισχυμένη οικονομική θέση. Σκοπός της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι να διερευνηθούν πως συμπεριφέρονται οι παράγοντες που αφορούν τον εξωτερικό έλεγχο υπό το πρίσμα της χρηματοοικονομικής κρίσης, η οποία είχε αντίκτυπο στο παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον. Αρχικά, γίνεται μία βιβλιογραφική ανασκόπηση όπου αναλύονται οι έννοιες που αφορούν τον εξωτερικό έλεγχο όπως η σημασία της ποιότητας του ελέγχου και της ανεξαρτησίας του ορκωτού ελεγκτή. Στο πλαίσιο αυτό αναλύονται οι παράγοντες που επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα του ελέγχου όπως η θητεία του ορκωτού ελεγκτή, το μέγεθος της ελεγκτικής εταιρείας, οι ελεγκτικές και μη ελεγκτικές αμοιβές. Στη συνέχεια, η εμπειρική ανάλυση διερευνά την επιρροή της χρηματοοικονομικής κρίσης στον εξωτερικό έλεγχο στις τέσσερις μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρωζώνης: τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ισπανία για την περίοδο 2005-2013. Χρησιμοποιούνται δύο διαφορετικές ενδείξεις παρουσίας της χρηματοοικονομικής κρίσης. Η μία είναι η μεταβολή του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) και η εναλλακτική ένδειξη όπως έχει ήδη χρησιμοποιηθεί βιβλιογραφικά είναι με διαχωρισμό των ετών για την περίοδο 2005-2013 που εξετάζεται στη συγκεκριμένη μελέτη σε δύο υποπεριόδους: προ κρίσης και κρίσης. Στο εμπειρικό μέρος εξετάζεται η σχέση της θητείας του ελεγκτή με την ποιότητα του ελέγχου και κατ’ επέκταση της ανεξαρτησίας του ορκωτού ελεγκτή κατά τη διάρκεια της χρηματοοικονομικής κρίσης καθώς και ποια η σχέση της ποιότητας ελέγχου με το μέγεθος της ελεγκτικής εταιρείας Στη συνέχεια διερευνάται η σχέση των ελεγκτικών και μη ελεγκτικών αμοιβών μεταξύ τους αλλά και με τη θητεία του ορκωτού ελεγκτή καθώς και με το μέγεθος της ελεγκτικής εταιρείας σε περίοδο ύφεσης. Κατόπιν εξετάζεται αν η οικονομική ύφεση επηρεάζει την ποιότητα του ελέγχου σε σχέση με τις ελεγκτικές και τις μη ελεγκτικές αμοιβές.Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι σε περίοδο χρηματοοικονομικής κρίσης η θητεία του ίδιου ορκωτού ελεγκτή στην ίδια ελεγχόμενη εταιρεία δεν αποτελεί παράγοντα επηρεασμού της ποιότητας του ελέγχου για τις γερμανικές, γαλλικές και ιταλικές επιχειρήσεις. Μόνο στην περίπτωση των ισπανικών επιχειρήσεων η μακροχρόνια θητεία του ορκωτού ελεγκτή επιδρά θετικά στην ποιότητα του ελέγχου και κατ’ επέκταση στην ανεξαρτησία του ορκωτού ελεγκτή. Σε ότι αφορά το μέγεθος της ελεγκτικής εταιρείας σε συνδυασμό με την θητεία του ελεγκτή δεν συμπεραίνεται από την παρούσα έρευνα ότι η μακροχρόνια παραμονή του ίδιου ορκωτού ελεγκτή στην ίδια ελεγχόμενη εταιρεία ανεξάρτητα αν ο ορκωτός ελεγκτής ανήκει ή όχι σε μία από τις μεγάλες ελεγκτικές εταιρείες ότι συμβάλλει θετικά ή αρνητικά στην ποιότητα του ελέγχου κατά τη διάρκεια της χρηματοοικονομικής κρίσης, αφού τα αποτελέσματα είναι αντικρουόμενα στις τέσσερις μεγάλες οικονομίες της Ευρωζώνης υπό εξέταση. Σχετικά με τη σχέση της θητείας του ορκωτού ελεγκτή στην ίδια ελεγχόμενη εταιρεία με τις ελεγκτικές αμοιβές, τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι η μακροχρόνια παραμονή του ορκωτού ελεγκτή στις γερμανικές, γαλλικές και ιταλικές επιχειρήσεις έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των ελεγκτικών αμοιβών κατά τη διάρκεια της κρίσης σε αντίθεση με τις ισπανικές επιχειρήσεις όπου η θητεία του ορκωτού ελεγκτή δεν αποτελεί παράγοντα καθορισμού των ελεγκτικών αμοιβών κατά την περίοδο της ύφεσης. Ίδια συμπεριφορά παρατηρείται και για τη σχέση της θητείας του ορκωτού ελεγκτή με τις μη ελεγκτικές αμοιβές για όλες τις επιχειρήσεις των τεσσάρων χωρών που εξετάζονται.Όσο αφορά τη σχέση της ποιότητας του ελέγχου και των ελεγκτικών αμοιβών κατά την περίοδο της ύφεσης τα αποτελέσματα είναι αντικρουόμενα. Η σχέση της ποιότητας του ελέγχου με τις μη ελεγκτικές αμοιβές τόσο για τις γερμανικές όσο και για τις γαλλικές επιχειρήσεις σύμφωνα με τα αποτελέσματα δείχνουν ότι συμβάλλουν στη μείωση της ποιότητας του ελέγχου σε αντίθεση με τις ιταλικές και τις ισπανικές επιχειρήσεις όπου οι μη ελεγκτικές αμοιβές συμβάλλουν στην αύξηση της ποιότητας του ελέγχου κατά τη διάρκεια της κρίσης με αποτέλεσμα την αύξηση της ανεξαρτησίας του ορκωτού ελεγκτή.Τέλος, το μέγεθος της ελεγκτικής εταιρείας σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας επιδρά θετικά τόσο στις ελεγκτικές όσο και στις μη ελεγκτικές αμοιβές σε όλες τις επιχειρήσεις υπό εξέταση σε περίοδο ύφεσης, σε αντίθεση με τις ισπανικές επιχειρήσεις όπου το μέγεθος του ελεγκτή δεν αποτελεί παράγοντα επηρεασμού των ελεγκτικών αμοιβών.
The global financial crisis that commenced in the United States with the collapse of several major corporations of international fame has raised many questions concerning the quality of the monitoring of the published financial statements of companies and the independence of auditors, while simultaneously it affected the financial environment and thus had a significant impact on the financial situation of companies. Moreover, the financial crisis in the Eurozone caused financial difficulties for many European companies and a number of those were led to bankruptcy. There is no doubt that financial crises incur great changes to the financial environment. The decrease of the GDP is the most important feature of an economy affected by the financial crisis. In economies that suffer from recession one can notice the decline of production, the lack of liquidity and the rise in the numbers of company bankruptcies The companies that are active in an environment characterized by recession strive to survive by resorting measures of expenditure cuts, as well as presenting an enhanced financial status.The aim of this thesis is to examine how the factors that are concerned with external audit behave under the light of the financial crisis, which had an impact on the global financial environment. Initially, there is a bibliography review in which the notions associated with external auditing are analysed, notions such as the importance of the audit quality and the independence of auditor. In this frame, the factors that influence the efficiency of the auditor are analysed, such as the tenure of the auditor, the size of the auditing company, the audit and non- audit fees. Further, the empirical analysis probes the influence of the financial crisis on external audit in the four largest economies of the Eurozone: Germany, France Italy and Spain for the period between 2005 and 2013. Two different pieces of evidence of the presence of financial crisis are used. One is the change of the Gross Domestic Product (GDP) and the alternative evidence, as it has been already used in the bibliography is by taking the years separately for the period between 2005 and 2013, which is examined in the present study in two sub-periods: pre-crisis and crisis .In the empirical part the relation between the tenure of the auditor and the audit and , in extension, the auditor independence during the financial crisis is examined , as well as what the relation is between the audit quality and the size of the auditing company. This is followed by the examination of the relation of audit and non-audit fees to each other but also to auditor tenure and the size of the auditing company during crisis period. Next, the question of whether the financial crisis affects the quality of the audit in relation to audit and non-audit fees is examined .The results showed that, in a financial crisis period, the tenure of the same auditor in the same auditee company does not comprise a factor of influence for the German, French and Italian enterprises. Only in the case of the Italian enterprises does the long-standing tenure of the auditor positively affects the audit quality and consequently to the independence of the auditor .As concerns the size of the auditing company in combination with the auditor’s tenure, it is not concluded by the present study that the long-standing stay of the same auditor in the same auditing company positively or negatively contributes to the audit quality, regardless of whether the auditor is an employee of one of the large auditing companies, since the results in the four large economies in the Eurozone under examination are conflicting .Concerning the relation between the auditor tenure in the same auditing company and audit fees, the results of the research showed that the long-standing tenure of the auditor in the German, French and Italian enterprises results in the increase of audit fees, in contrast with Spanish enterprises, in which the length of tenure of the auditor is not a factor for the determination of audit fees during the recession period. The same applies to the relation between the auditor and non-audit fees in all the companies of the four countries examined. In the case of the relation between the audit quality and audit fees in the recession period, the results are conflicting. Concerning the relation between audit quality and non-audit fees, as far as the German and French enterprises are concerned, it contributes, in light of the results, to the decline of audit quality, in contrast with Italian and French enterprises, in which non-audit fees contribute to improved audit quality during the recession period, resulting in increased independence for the auditor . Finally, the size of the auditing company, in the light of the research results, positively affects both audit and non-audit fees in all the enterprises under examination in a research period, in contrast with Spanish enterprises in which the auditor size is not a factor for the determination of audit fees during recession.