Financial statements, accounting principles, accounting standards, restatement of financial statements, market reaction, Altman‘s z – score model.
52
Περιέχει πίνακες και διαγράμματα
Οι δημοσιευόμενες χρηματοοικονομικές καταστάσεις (Ισολογισμός, Κατάσταση Αποτελεσμάτων, Κατάσταση Μεταβολών Καθαρής Θέσης, Κατάσταση Χρηματοροών και Προσάρτημα), αποσκοπούν στην ενημέρωση των εχόντων έννομο συμφέρον (π.χ. μετόχων, πιστωτών, ελεγκτικών αρχών κ.λπ.) ή οικονομικό ενδιαφέρον (δυνητικών επενδυτών), σε σχέση με την πραγματική χρηματοοικονομική θέση και τις προοπτικές μιας εταιρείας. Προκειμένου δε οι εν λόγω χρηματοοικονομικές καταστάσεις να είναι αξιόπιστες και χρηστικές, θα πρέπει να καταρτίζονται βάσει συγκεκριμένων λογιστικών αρχών και προτύπων, λαμβανομένων υπόψη και των εκάστοτε νομοθετικών πλαισίων.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι δημοσιευμένες καταστάσεις δεν επιτελούν τον ρόλο για τον οποίο έχουν συνταχθεί και προκύπτει ανάγκη «αναμόρφωσης» τους. Η ανάγκη αυτή μπορεί να προσδιοριστεί από ανεξάρτητους ορκωτούς ελεγκτές ή μπορεί να προκύψει από άλλες πηγές, όπως είναι τα ευρήματα της διοίκησης της εταιρείας, η διαδικασία του εσωτερικού ελέγχου, καθώς και οι διαδικασίες ελέγχου που διεξάγουν οι Αρχές (π.χ. Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, Φορολογικές Αρχές κλπ.).
Οι πράξεις ή/και παραλήψεις που μπορούν να οδηγήσουν στην ανάγκη αναμόρφωση μιας οικονομικής κατάστασης μπορεί να είναι σκόπιμες (απάτη μικρότερης ή μεγαλύτερης έκτασης, ανάγκη για αναμόρφωση για λόγους συγκρισιμότητας λόγω αλλαγής των λογιστικών προτύπων ή λόγω συγχωνεύσεων και εξαγορών κατά τη διάρκεια μιας χρήσης) ή ακούσιες (διαπίστωση ύπαρξης μείζονων σφαλμάτων στην κατάρτιση των οικονομικών καταστάσεων ή μη ορθής εφαρμογής των υφιστάμενων λογιστικών αρχών και προτύπων, κ.λπ.).
Η απόφαση για την επιλογή του θέματος της παρούσας εργασίας στηρίχθηκε:
1. Στο γεγονός ότι από την σύντομη έρευνα σε περίπου 1.500 τίτλους διπλωματικών του “MBA Διπλωματικές Εργασίες” του ΕΑΠ (https://apothesis.eap.gr/handle/repo/11157), εντόπισα πληθώρα εργασιών με αντικείμενο την κατάρτιση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων με βάση τη ελληνικά και τα διεθνή λογιστικά πρότυπα, καθώς και την ανάλυση και τον έλεγχο αυτών. Δεν εντόπισα όμως κάποια εργασία με θέμα την ανάγκη για αναμόρφωση των εν λόγω καταστάσεων, ή/και την ανάλυση των λογιστικών «σφαλμάτων» που καθιστούν αναγκαία την αναμόρφωσή τους κατά περίπτωση και πολύ περισσότερο την παρουσίαση και την αιτιολόγηση της σπουδαιότητας ενδεικτικών περιπτώσεων αναμορφώσης οικονομικών καταστάσεων (case studies).
2. Στη διαπίστωση ότι η υπάρχουσα βιβλιογραφία σε σχέση με την αναμόρφωση των οικονομικών καταστάσεων επικεντρώνεται κατά κύριο λόγο στα κίνητρα των αναμορφώσεων, στις αντιδράσεις των αγορών στις αναμορφώσεις, στις συνέπειες των αναμορφώσεων στις επιχειρήσεις, στις δράσεις των επιχειρήσεων μετά τις αναμορφώσεις, καθώς και στα μοντέλα ανίχνευσης απάτης που σχετίζεται με δημοσίευση εκούσια εσφαλμένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων. Συνεπώς η έννοια της αναμόρφωσης των οικονομικών καταστάσεων είναι εν πολλοίς συνυφασμένη με τη λογιστική απάτη, κάτι που φαίνεται να ίσχυε μερικώς για αναμορφώσεις μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 2000, αλλά που δεν φαίνεται να αφορά την πλειονότητα των αναμορφώσεων από το 2001 και μετά, βάσει της συγκριτικής μελέτης και της ανάλυσης της διαχρονικής εξέλιξης αυτών (βλ. ενότητα 4.1). Με βάση τα παραπάνω, σκέφτηκα ότι υπάρχει περιθώριο για μια σε βάθος εξέταση αυτών των νέων τάσεων στο πεδίο της αναμόρφωσης των οικονομικών καταστάσεων.
Στην εργασία που ακολουθεί παρουσιάζονται τα κρίσιμα σημεία της υπάρχουσας γνώσης (βιβλιογραφίας) σε σχέση με την αναμόρφωση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, παρατίθενται οι σημαντικότερες λογιστικές αρχές και πρότυπα που διέπουν την κατάρτιση των καταστάσεων αυτών, παρουσιάζονται πραγματικά παραδείγματα «αναμόρφωσης» (case studies) και οι αντιδράσεις της αγοράς σε αυτές και τέλος αξιολογούνται οι αναμορφώσεις μέσω της σύγκρισης των πριν και μετά την «αναμόρφωση» χρηματοοικονομικών καταστάσεων, με τη βοήθεια του «μοντέλου του Άλτμαν».
The financial statements that being published (Balance Sheet, Income Statement, Statement of Changes in Equity, Cash Flow Statement and the Attachment) are intended to inform those with a legitimate interest (e.g. shareholders, creditors, etc.), or financial interest (potential investors), as regards the actual financial position of a company and its prospects as well. In order for the above financial statements to be reliable and usable, they should be prepared on the basis of specific accounting principles and standards, taking into account the legislative framework which is applicable in each country.
In some cases, the financial statements that have been previously published do not fulfill the role for which they have been drawn, as that role mentioned above, and there is a need for a “restatement”. That need may be identified by independent statutory auditors’ testimonies, or may arise from other sources like the management's findings, the internal audit process and the audit processes conducted by authorities (e.g. the Capital Market Commission, Tax Authorities, etc).
The acts and/or omissions that can lead to a need for a restatement of a financial statement may be intentional (i.e. fraud, or revision for comparative purposes due to the adoption of new accounting principles or due to a merger or an acquisition), or unintentional (i.e. material errors in financial statements, misapplication of the existing GAAP, etc).
The selection of the subject of this dissertation was based:
1. On the fact that from the quick survey of approximately 1,500 diploma titles of the HOU "MBA Diploma Thesis" (https://apothesis.eap.gr/handle/repo/11157), I identified a lot of work on the preparation of the financial statements, as well as on their analysis of them and on their audit by statutory auditors. However, I did not find any work related to the need for restatements, to the analysis of the accounting "errors" that necessitate restatements and to the presentation of representative restatements’ case studies for each “error” type.
2. The fact that the existing bibliography in relation to the restatements of the financial statements focuses mainly on the market reactions to the announcements of restatements, the motivations that have lead to restatements, the consequences of the restatements, the actions by firms following financial restatement and the fraud detection related to restatements. Therefore, the concept of the restatements is largely interwoven with accounting fraud, which seems to have been partially true for the restatements until the early 2000. However, it does not seem to be the case for the majority of the restatements from 2001 onwards, according to the comparative study and the trend analysis of the last 15 years’ restatements in the United States (see section 4.1 below). On the basis of the above, I thought that there is a room for an in depth examination of these new trends in the area of the financial statement restatements.
The dissertation presents the critical points of the existing knowledge (bibliography) in relation to the financial statement restatements, sets out the most important accounting principles and standards that govern the preparation of these statements, presents actual examples of financial statement restatements (case studies), describes the market reaction to these restatements and evaluates them by comparing the pre and post - restatement financial statements, using the “Altman’s z – score model”.