Ανάλυση Χρημαοοικονομικών Καταστάσεων, Αξιολόγηση Αποδοτικότητας Ελληνικών Συστημικών Τραπεζών 2007-2016, Η Επίδραση της Πρόσφατης Οικονομικής Ύφεσης

  1. MSc thesis
  2. Ξυφαράς, Γεώργιος
  3. Τραπεζική (ΤΡΑ)
  4. 29 September 2018 [2018-09-29]
  5. Ελληνικά
  6. 125
  7. Λεμονάκης, Χρήστος
  8. Κυριαζόπουλος, Γεώργιος
  9. Ανάλυση Χρηματοοικονομικών Καταστάσεων | Συστημικά Πιστωτικά Ιδρύματα | Κερδοφορία | Αποδοτικότητα | Αποτελεσματικότητα
  10. 3
  11. 27
  12. Διαγράμματα 10, Πίνακες 27
    • Η ανάλυση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων αποτελεί ένα αξιόπιστο εργαλείο για την αξιολόγηση της οικονομικής θέσης, της ευρωστίας και της βιωσιμότητας των επιχειρήσεων. Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η εμπειρική αξιολόγηση της κερδοφορίας, της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας των Ελληνικών συστημικών πιστωτικών ιδρυμάτων, μέσω της εξαγωγής και μελέτης χρηματοοικονομικών αριθμοδεικτών. Με τη χρήση χρηματοοικονομικών αριθμοδεικτών για την περίοδο των ετών 2007 έως και 2016, στην παρούσα εργασία υπολογίζεται το επίπεδο κερδοφορίας, αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας για τα συστημικά πιστωτικά ιδρύματα «Τράπεζα Alpha Bank», «Τράπεζα Eurobank-Ergasias», «Εθνική Τράπεζα» και «Τράπεζα Πειραιώς». Η συγκριτική ανάλυση των αποτελεσμάτων αυτών, τα οποία υπολογίζονται βάσει των δημοσιευμένων στοιχείων των χρηματοοικονομικών καταστάσεων των τεσσάρων πιστωτικών ιδρυμάτων, συμβάλλει στην αξιολόγηση του κάθε χρηματοπιστωτικού οργανισμού με βάση τις επιδόσεις των υπολοίπων, αλλά και των ιδίων διαχρονικά. Τα αποτελέσματα της εργασίας καταδεικνύουν ότι η κερδοφορία των συστημικών πιστωτικών ιδρυμάτων στην Ελλάδα είχε αρχίσει να περιορίζεται ήδη πριν από την έλευση της οικονομικής ύφεσης, το μέγεθος και η διάρκεια της οποίας δημιούργησαν αρνητικές επιδόσεις και απείλησαν σοβαρά τη βιωσιμότητά τους. Η έντονη διαρροή των καταθέσεων, η σημαντική επιδείνωση της ποιότητας και του ρυθμού εξυπηρέτησης των δανείων, η εκτόξευση του κόστους δανεισμού σε συνδυασμό με το αυξανόμενο έλλειμμα ρευστότητας και η επιδείνωση των δεικτών της κεφαλαιακής επάρκειας, είναι μερικοί από τους σημαντικούς παράγοντες που οδήγησαν στην κατακόρυφη σχεδόν πτώση της αποδοτικότητάς τους. Και παρά την ραγδαία και πολύ ευεργετική μείωση του κόστους των καταθέσεων, ο ρυθμός βελτίωσης των καθαρών επιτοκιακών εσόδων των συστημικών πιστωτικών ιδρυμάτων ήταν αργός, κυρίως λόγω του αυξημένου κόστους δανεισμού στον οποίο προσέφυγαν τα συστημικά πιστωτικά ιδρύματα για την αποκατάσταση της χαμένης τους ρευστότητας. Περεταίρω, η στρατηγική επιλογή της επιβίωσης μέσω της απόκτησης των υγιών περιουσιακών στοιχείων άλλων πιστωτικών ιδρυμάτων, βελτίωσε κάποια στοιχεία των ισολογισμών, αλλά επιδείνωσε και κάποια άλλα και κυρίως επιδείνωσε τα λειτουργικά τους έξοδα, ειδικά εκείνα που αφορούσαν στα ανελαστικά κόστη της μισθοδοσίας. Ως άμεση συνέπεια, οι δείκτες λειτουργικής αποτελεσματικότητας των συστημικών πιστωτικών ιδρυμάτων επιδεινώθηκαν σε τέτοιο βαθμό, που μέχρι και το τέλος της εξεταζόμενης περιόδου (2016), δεν κατάφεραν να φτάσουν ξανά στα αρχικά επίπεδα του έτους 2007. Τέλος, η θεσμική υποχρέωση για την αποκατάσταση της κεφαλαιακής επάρκειας, η οποία επλήγη τόσο από την απομείωση της αξίας των Ελληνικών ομολόγων (PSI+), όσο και από την ανάγκη σχηματισμού εξαιρετικά υψηλών προβλέψεων για την κάλυψη του πιστωτικού κινδύνου, οδήγησε τα συστημικά πιστωτικά ιδρύματα τρεις φορές σε ανακεφαλαιοποίηση, είτε με κρατικούς πόρους, είτε με ιδιωτικούς, προκειμένου να συνεχίσουν να είναι βιώσιμα. Από τη μελέτη των χρηματοοικονομικών αριθμοδεικτών, προέκυψε αβίαστα το συμπέρασμα ότι επί μια δεκαετία σχεδόν τα συστημικά πιστωτικά ιδρύματα δεν κατάφεραν να συνεισφέρουν στην ανάπτυξη της Ελληνικής οικονομίας και ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της οικονομικής ύφεσης δεν κατάφεραν να στηρίξουν τις παραγωγικές μονάδες, αφού και τα ίδια κινδύνευσαν να καταρρεύσουν, αποκαλύπτοντας αρκετές από τις θεσμικές και λειτουργικές τους αδυναμίες. Ωστόσο, στο τελευταίο μόνο έτος της ανάλυσης παρατηρείται ότι η πλειονότητα των συστημικών πιστωτικών ιδρυμάτων επιστρέφει σε μια οριακή κερδοφορία, με εξαιρετικά ισχνούς δείκτες αποδοτικότητας και οριακά βελτιωμένους δείκτες αποτελεσματικότητας.
    • The financial statements analysis is a reliable tool for the evaluation of the financial performance, the robustness and the viability of all kinds of enterprises. This paper is aiming to present an empirical evaluation approach for the profitability, the productivity and the operational efficiency measurement of the Greek systemic financial institutions, by using financial indicators. Using financial indicators over the period 2007-2016, this thesis calculates the level of profitability, productivity and operational efficiency for the systemic financial institutions named Alpha Bank, Eurobank-Ergasias, National Bank and Piraeus Bank. The comparative analysis of the financial indicators is calculated on their published financial statements, and contributes to the assessment of each financial institution on the basis of the other’s performance, as well as on the basis of its own performance through the period. The results from this study prove that the systemic financial institutions' profitability had been gradually decreasing before the financial recession started in Greece. The size and the duration of this financial recession resulted their negative financial performance and threatened their viability prospect. The robust leakage of deposits, the significant deterioration of the credit quality as well as the repayment inability of the borrowers, the significant increase of the interbank borrowings interest rate cost followed the bank’s lack of liquidity, and their capital inadequacy, are some of the main reasons caused a significant deterioration of the financial institutions’ operational efficiency. And despite the sharp and very beneficial decline of the interest rate cost of customer deposits, the net interest income improvement rate was really low during the period, suffering actually from the highly increased interbank borrowing market interest rate costs, a market which the financial institutions addressed in order to pump their liquidity losses. Furthermore, the strategic decision to support their viability prospect trough acquisitions and mergers of other financial institutions, improved some balance sheet figures but deteriorated some others, including their operating expenses in general and especially the inelastic personnel costs. As a result, the operational efficiency ratios were deteriorated in such a degree that never recovered during the period 2007-2016. Finally the regulatory requirement for the restoration of the capital adequacy, after the significant deterioration caused due to the Private Sector Involvement (PSI+) to the public sector debt relief, as well as to the increased provisioning policy for credit losses, drove the systemic financial institutions three times to a recapitalization process, either using state owned funds or private ones, targeting actually to improve their viability prospects. An immediate conclusion that arises from the financial indicators study is the fact that almost for a decade the systemic financial institutions were unable to contribute to the Greek’s economy growth and especially during the financial recession period it was really not possible to support any production units, as far as the financial institutions itself were threatened to collapse, actually revealing many institutional and operational weaknesses. However, during the last year of the financial analysis 2016, the majority of the systemic financial institutions is returning to a quite marginal profitability, recording extremely weak productivity ratios and marginally improved operational efficiency ratios.
  13. Attribution-NonCommercial-NoDerivatives 4.0 Διεθνές